Επικοινωνία      

Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

Ορυκτός Πλούτος


Η Κύπρος, χάρη στη γεωλογία της, διαθέτει μεταλλικά και αμέταλλα (βιομηχανικά) ορυκτά. Τα μεταλλικά ορυκτά, καθώς και ο αμίαντος, σχετίζονται με τον Οφιόλιθο Τροόδους. Στα μεταλλικά ορυκτά περιλαμβάνονται ο χρωμίτης και τα θειούχα μεταλλεύματα όπως τα κοιτάσματα χαλκού και σιδηροπυρίτη. Στα βιομηχανικά ορυκτά περιλαμβάνονται η γύψος, τα θραυστά αδρανή υλικά (αμμοχάλικα), η άργιλος, ο μπεντονίτης, η κρητίδα, η μάργα, η πέτρα δόμησης και διακόσμησης, και οι φυσικές χρωστικές.





Μεταλλικά Ορυκτά:
Η γένεση του χρωμίτη συνδέεται άμεσα με τη γένεση του Οφιόλιθου και ειδικά με τα πλουτώνια πετρώματα (δουνίτη) μέσω της διεργασίας της κλασματικής κρυστάλλωσης του μάγματος.
Τα θειούχα κοιτάσματα σχετίζονται με τις προσκεφαλοειδείς λάβες του Οφιόλιθου. Πέραν των 30 κοιτασμάτων έχουν ανακαλυφθεί, με ένα εύρος μεγέθους από 50 000 τόνους μέχρι πέραν των 20 000 000 τόνων με περιεκτικότητα σε χαλκό από μικρότερη του 0,3% μέχρι 4,5%. Χαλκοπυρίτης, χαλκοσύνης, κοβελλίτης, βορνίτης και κυπρίτης αντιπροσωπεύουν τα κύρια ορυκτά του χαλκού. Η γένεση των θειούχων κοιτασμάτων σχετίζεται με τη δημιουργία νέου ωκεάνιου φλοιού μέσω της διεύρυνσης των ωκεανών. Η παραγωγή χαλκού από θειούχα κοιτάσματα στην Κύπρο χρονολογείται από την Εποχή του Χαλκού. Σωροί σκουριάς, που βρίσκονται σήμερα διάσπαρτοι στο νησί, αποτελούν τα υπολείμματα της εκμετάλλευσης κατά την αρχαιότητα. Σήμερα υπάρχει μόνο ένα μεταλλείο χαλκού σε λειτουργία.



Αμίαντος:
Η Κύπρος ήταν γνωστή για τον αμίαντο από τους Κλασσικούς και Ρωμαϊκούς Χρόνους. Ο χρυσοτυλικός αμίαντος είναι ινώδες ορυκτό που απαντάται σε φλέβες. Η γένεση του αμιάντου σχετίζεται με τη σερπεντινίωση του χαρτζβουργίτη (πέτρωμα βάσης του Οφιόλιθου). Η εκμετάλλευση του αμιάντου διήρκησε από το 1904 μέχρι το 1988.


Βιομηχανικά Ορυκτά:
Η γύψος είναι ένα βιομηχανικό ορυκτό με ευρείς χρήσεις, το οποίο βρίσκεται σε πολλές περιοχές της Κύπρου. Ανήκει στην ομάδα των εβαποριτών, τα οποία δημιουργούνται από την εξάτμιση του θαλάσσιου νερού.


Θραυστά αδρανή υλικά (αμμοχάλικα) παράγονται από διαβάση, υφαλογενή ασβεστόλιθο από τα Μέλη Τέρρα και Κορωνιά του Σχηματισμού Πάχνας και από ασβεστολιθικό ψαμμίτη των Σχηματισμών Λευκωσίας και Αθαλάσσας για παραγωγή λεπτόκοκκης άμμου.


Άργιλος κατάλληλη για τη παραγωγή τούβλων και κεραμιδιών καθώς και για την αγγειοπλαστική εξορύσσεται από ιζηματογενείς αποθέσεις των Σχηματισμών Λευκωσίας και Κυθραίας, από αλλουβιακές αποθέσεις και από προϊόντα διάβρωσης πυριγενών πετρωμάτων (ερυθρή άργιλος). Η άργιλος χρησιμοποιείται επίσης και στην τσιμεντοβιομηχανία.


Ο μπεντονίτης είναι είδος αργίλου, που προήλθε από την εξαλλοίωση ηφαιστειακού υλικού και αποτέθηκε ως ίζημα σε βαθύ θαλάσσιο περιβάλλον. Χρησιμοποιείται κυρίως ως πρόσθετο σε γεωτρητική ιλύ, σε χυτήρια και ως υλικό υγιεινής κατοικίδιων ζώων.


Η κρητίδα, η μάργα και η γύψος αποτελούν τις πρώτες ύλες για την παραγωγή τσιμέντου και είναι ορυκτοί πόροι που βρίσκονται σε αφθονία στην Κύπρο.


Η πέτρα δόμησης ήταν για αιώνες το κύριο δομικό υλικό. Το είδος της πέτρας σχετίζετο με τα πετρώματα κάθε περιοχής, όπως γάββρος, διαβάσης και χαρτζβουργίτης στις ορεινές περιοχές, και κρητίδα, ασβεστόλιθος και ασβεστολιθικός ψαμμίτης αλλού.


Η Κύπρος είναι γνωστή από την αρχαιότητα για τις φυσικές της χρωστικές, όπως το φαιόχωμα, την ώχρα και τον κελαδονίτη, οι οποίες σχετίζονται με τον Οφιόλιθο Τροόδους.



ΕΠΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΟΡΥΚΤΟΙ ΠΟΡΟΙ
Ο Μαγνησίτης, ο σελεστίτης, ο ανακρυσταλλωμένος ασβεστόλιθος (μάρμαρο) και ορυκτά που περιέχουν μαγγάνιο, νικέλιο, κοβάλτιο, ψευδάργυρο, χρυσό και άργυρο αντιπροσωπεύουν τους επουσιώδεις ορυκτούς πόρους του νησιού.
Ο μαγνησίτης (MgCO3) εμφανίζεται στην Κύπρο στο Ακρωτήριο Ακάμα και στην περιοχή του Δάσους της Λεμεσού. Βρίσκεται υπό μορφή φλεβών, φακών ή ακανόνιστων μαζών σε σερπεντινιωμένα υπερβασικά πετρώματα. Είναι το αποτέλεσμα της εξαλλοίωσης του περιβάλλοντος πετρώματος. Οι φλέβες είναι γενικά λεπτές, σπάνια υπερβαίνουν τα 3 m σε πάχος και συνήθως είναι παράλληλες η μια προς την άλλη. Είναι διάσπαρτες μέσα στο μητρικό πέτρωμα με αποτέλεσμα να χρειάζεται η εξόρυξη μεγάλης ποσότητας πετρώματος για μικρή παραγωγή μαγνησίτη. Η εκμετάλλευση του ήταν σποραδική μεταξύ των ετών 1921-1922 και 1944-1953. Περί τους 1.750 τόνους μαγνησίτη έχουν εξορυχθεί με περιεκτικότητα σε ανθρακικό μαγνήσιο της τάξης του 95%.
Ένα μικρό κοίτασμα σελεστίτη (SrCO3) ανακαλύφθηκε το 1977 κοντά στο χωριό Μαρώνι. Βρίσκεται στην επαφή του Σχηματισμού Καλαβασού και του Μέλους Κορωνιά του Σχηματισμού Πάχνας και σχετίζεται με υφαλογενή ασβεστόλιθο.
Ο ανακρυσταλλωμένος ασβεστόλιθος Τριαδικής-Κρητιδικής ηλικίας, γνωστός ως μάρμαρο, του Συμπλέγματος Μαμωνιών, εξορύσσεται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή μωσαϊκών. Εμφανίζεται ως μεγάλα αποκομμένα τεμάχια, από μερικές δεκάδες κυβικών μέτρων μέχρι πέραν των 100.000 m
3 μέσα σε γενικά μαλακότερο υλικό. Ο ασβεστόλιθος εξορύσσεται σε μικρή κλίμακα και θραύεται και κοσκινίζεται επιτόπου. Το προϊόν έχει καλά χαρακτηριστικά (χρώμα, ανθεκτικότητα, χαμηλό πορώδες). Ανακρυσταλλωμένος ασβεστόλιθος και δολομίτης, ηλικίας Λιθανθρακοφόρου-Μειοκαίνου, από την οροσειρά του Πενταδακτύλου μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή μωσαϊκών.
Ιστορικά υπήρξε ενδιαφέρον σε ορυκτά που περιέχουν μαγγάνιο, νικέλιο, κοβάλτιο, ψευδάργυρο, χρυσό και άργυρο. Οι κύριες εμφανίσεις μαγγανίου παρατηρούνται στον Σχηματισμό Πέραπεδι και σχετίζονται με το φαιόχωμα, στο οποίο βρίσκεται υπό μορφή οξειδίων σε μικρούς κονδύλους πυρολουσίτη και ψυλομέλανα. Σχετίζονται επίσης με κερατόλιθους του Συμπλέγματος Μαμωνιών (Ομάδα Αγίου Φωτίου) καθώς επίσης με στενές φλέβες κατά μήκος ρηγμάτων στις προσκεφαλοειδείς λάβες. Αναφέρεται ότι παρήχθησαν περί τους 200 τόνους, μεταξύ των ετών 1926 και 1957.
Μικρές ποσότητες νικελίου και κοβαλτίου σχετίζονται με πυρροτίνη, ο οποίος βρίσκεται στα υπερβασικά πετρώματα του Οφιόλιθου Τροόδους. Ψευδάργυρος παρατηρείται σε μικρές ποσότητες στα θειούχα κοιτάσματα, αλλά μόνο στα μεταλλεία Αγροκηπιάς και Κινούσας βρέθηκε σε εκμεταλλεύσιμες ποσότητες. Χρυσός και άργυρος σχετίζονται επίσης με τα θειούχα κοιτάσματα. Βρίσκονται σε ψηλότερες των κανονικών περιεκτικότητες στη ζώνη δευτερογενούς εμπλουτισμού, πάνω από τη ζώνη του συμπαγούς μεταλλεύματος, που σχηματίζεται από την οξείδωση του μεταλλεύματος και κυρίως στο ούτω καλούμενο “Devil’s Mud”. Χρυσός και άργυρος έχουν παραχθεί στην Κύπρο με τη μέθοδο της κυάνωσης μεταξύ των ετών 1934 και 1944. Πριν από την περίοδο αυτή, χρυσοφόρο μετάλλευμα είχε εξαχθεί για σκοπούς εμπλουτισμού. Χρυσός και αργυρός παράγεται και σήμερα από την Hellenic Copper Mines Ltd υπό μορφή κράματος χρυσού, αργυρού και χαλκού.


Περισσότερες πληροφορίες για τους ορυκτούς πόρους της Κύπρου μπορείτε να τη βρείτε στο 
Τρίπτυχο για τους Ορυκτούς Πόρους του Τμήματος.





Back To Top