Επικοινωνία      

Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

Σεισμικότητα

Η Κύπρος βρίσκεται στη σεισμογόνο ζώνη των Άλπεων-Ιμαλαΐων, μέσα στην οποία εκδηλώνεται το 15% των σεισμών παγκοσμίως. Η σεισμικότητα της Κύπρου αποδίδεται κατά κύριο λόγο στο «Κυπριακό Τόξο», που αποτελεί το τεκτονικό όριο μεταξύ της Αφρικανικής και Ευρασιατικής λιθοσφαιρικής πλάκας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η Αφρικανική πλάκα κινείται βόρεια προς την πλάκα της Ευρασίας με αποτέλεσμα τη σύγκρουση των δυο πλακών και την κατάδυση της Αφρικανικής πλάκας κάτω από τη μικροπλάκα της Ανατολίας (τμήμα της Ευρασιατικής πλάκας όπου βρίσκεται και η Κύπρος).

Το Κυπριακό τόξο χωρίζεται κατα κύριο λόγο σε τρία τμήματα με το δυτικό του δυτικό τμήμα να βρίσκεται δυτικά της χερσονήσου το Ακάμα και να παρουσιάζει την εντονότερη δραστηριότητα με σεισμούς ενδιάμεσου βάθους (μέχρι 130km) αφού πιθανόν, κοντά στον Κόλπο της Αττάλειας εμφανίζεται η ζώνη καταβύθισης του ωκέανιου φλοιού της Τυθύος κάτω από την ηπειρωτική πλάκα της Ευρασίας. Το κεντρικό τμήμα εμφανίζεται νότια της Κύπρου και παρουσιάζει επίσης έντονη σεισμικότητα, κυρίως με επιφανειακούς σεισμούς. Τέλος το ανατολικό τμήμα του τόξου που αναφέρεται στη βιβλιογραφία και σαν "Το Ρήγμα της Λατάκιας" αποτελεί ένα αριστερόστροφο ρήγμα ολίσθησης και παρουσιάζει χαμηλή σεισμικότητα με απουσία σεισμών ενδιάμεσου βάθους, πιθανόν λόγω μη-ενεργής καταβύθισης.


Σκελετοί μιας οικογένειας 3 μελών, αγκαλιασμένων, στην προσπάθεια τους να σωθούν από όταν το σπίτι τους
άρχισε να καταρρέει, στη διάρκεια σεισμού που κατέστρεψε το Κούριο το 365 μΧ περίπου.
Στεγάζονται στο Τοπικό Αρχαιολογικό Μουσείο Κουρίου στη Λεμεσό.

Η πιο έντονη σεισμικότητα της Κύπρου παρατηρείται στο κεντρικό-δυτικό μέρος του Κυπριακού Τόξου και σε χερσαία ρήγματα στη Πάφο, Λεμεσό και Λάρνακα.

Ιστορικές αναφορές και αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν ότι την Κύπρο έπληξαν στο παρελθόν ισχυροί σεισμοί, που σε αρκετές περιπτώσεις κατέστρεψαν τις πόλεις της. Ιστορικά δεδομένα δείχνουν ότι 20 καταστροφικοί σεισμοί, με ένταση μεγαλύτερη από V στην τροποποιημένη κλίμακα Μερκάλλι, έγιναν μεταξύ 26 π.Χ. και 1900 μ.Χ. (Περισσότερες Πληροφορίες).

Ακριβέστερα στοιχεία για τους σεισμούς που σημειώνονται στον κυπριακό χώρο άρχισαν να συλλέγονται από το 1896, όταν σεισμολογικοί σταθμοί άρχισαν να λειτουργούν στις γειτονικές χώρες. Η κατάσταση έχει βελτιωθεί σημαντικά από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, με την ίδρυση σεισμολογικών σταθμών στην Κύπρο. Κατά τον τελευταίο αιώνα εκατοντάδες σεισμοί με τα επίκεντρά στην Κύπρο και τη γύρω περιοχή, έγιναν αισθητοί στο νησί. Από αυτούς δεκάδες προκάλεσαν ζημιές και μερικοί είχαν θύματα. Οι σημαντικότεροι σεισμοί των τελευταίων 120 χρόνων παρουσιάζονται εδώ.

Η μελέτη των ιστορικών και των πρόσφατων σεισμών δείχνει ότι η χρονική κατανομή της σεισμικής δραστηριότητας δεν είναι κανονική, αλλά υπάρχουν περίοδοι έντονης δραστηριότητας ακολουθούμενες από περιόδους σεισμικής ύφεσης. Για παράδειγμα, κατά τα έτη 1995-1999 παρατηρήθηκε αύξηση της σεισμικής δραστηριότητας με ισχυρούς σεισμούς μεγέθους 5.6-6.8 βαθμών στην κλίμακα Ρίχτερ, ενώ κατά τις προηγούμενες τέσσερεις δεκαετίες επικρατούσε σχετική ύφεση.

Στατιστικά, οι περιόδοι επανάληψης τοπικών σεισμών σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη (Papazachos et. al, 2013) αναμένεται να είναι η πιο κάτω:


ΜέγεθοςΠερίοδος επανάλ.
(χρόνια)
Αριθμός σεισμών σε 100 χρόνια
≥7.0
153
0.7
≥6.5
52
2
≥6.0
17
6
≥5.5
6
17
≥5.0
2
50


Με την Κύπρο να πλήττεται συχνά από καταστροφικούς σεισμούς, από τα ιστορικά χρόνια μέχρι σήμερα, είναι πολύ σημαντικό να παρακολουθείται η σεισμικότητα της περιοχής μας όχι επειδή μπορούν να σωθούν ζωές άμεσα με την πρόβλεψη του φαινομένου, αλλά επειδή μπορούν να σωθούν ζωές έμμεσα με τη συνεχή βελτίωση των αντισεισμικών μέτρων προστασίας που εφαρμόζονται στη χώρα.

Μια από τις αρμοδιότητες του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης της Κύπρου είναι η συνεχής και λεπτομερής παρακολούθηση της σεισμικότητας της ευρύτερης περιοχής της Κύπρου. Για το σκοπό αυτό το Τμήμα σήμερα διαθέτει, συντηρεί και λειτουργεί σεισμολογικά δίκτυα από το 1984, όταν εγκαταστάθηκε στην Κύπρο το πρώτο σεισμόμετρο. Το πρώτο δίκτυο σεισμολογικών σταθμών, που κάλυπτε ολόκληρο το νησί, λειτούργησε το 1997. Δεν είναι τυχαίο που αυτό έγινε λίγο μετά από τον ισχυρό σεισμό του 1996 στη θαλάσσια περιοχή της Πάφου, μεγέθους 6.8 βαθμών στη Κλίμακα Richter, οποίος αποτελεί και το μεγαλύτερο σε μέγεθος σεισμό που έπληξε την Κύπρο κατά τα τελευταία 120 χρόνια. Δεκαπέντε χρόνια μετά, η πρόοδος στην τεχνολογία στον τομέα των σεισμολογικών οργάνων, τηλεπικοινωνιών και μηχανογράφησης δημιούργησε την ανάγκη για πλήρη αναβάθμιση τόσο του δικτύου όσο και της σχετικής υποδομής. Έτσι, το 2011 το Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης προχώρησε σε λεπτομερή σχεδιασμό ενός νέου σεισμολογικού δικτύου με προδιαγραφές που να το εντάσσουν στα πιο προηγμένα και σύγχρονα σεισμολογικά δίκτυα του κόσμου. Το 2014, μετά από τρία χρόνια εργασιών, λειτούργησε πλήρως το νέο Εθνικό, Ψηφιακό Σεισμολογικό Δίκτυο της Κύπρου με 11 σεισμολογικούς σταθμούς. Σήμερα το δίκτυο αριθμεί 28 σεισμολογικούς σταθμούς: 14 μόνιμους (12 χερσαίους και 2 υποθαλάσσιους), και άλλους 14 σταθμούς καταγραφής της εδαφικής επιτάχυνσης σε αστικά κέντρα και περιοχές υπό μελέτη (σχετικός χάρτης). Κύρια χαρακτηριστικά του νέου σεισμολογικού δικτύου αποτελούν η ποιότητα και ευκρίνεια των σεισμολογικών δεδομένων, η συνεχής καταγραφή τους στον τρισδιάστατο χώρο και η απρόσκοπτη μετάδοσή τους σε πραγματικό χρόνο, η αξιοπιστία και ακρίβεια των υπολογισμών, η αυξημένη διακριτικότητα του δικτύου όσο αφορά τοπικούς σεισμούς αλλά και η αυξημένη εμβέλειά του όσο αφορά μακρινούς σεισμούς και η καλύτερη, αμεσότερη και ακριβέστερη ενημέρωση του πολίτη.

Οι σεισμοί είναι φυσικά φαινόμενα, που ο άνθρωπος αδυνατεί να αποτρέψει. Είναι όμως σε θέση να μειώσει σημαντικά ή ακόμη και να εξαλείψει τις επιπτώσεις των σεισμών πάνω στις κατασκευές και γενικά στο δομημένο περιβάλλον και με τον τρόπο αυτό να προσφέρει προστασία στον ίδιο του τον εαυτό. Για να επιτύχει το στόχο αυτό, έχουν ληφθεί μέτρα στην Κύπρο από τη δεκαετία του 1980, τα οποία επικεντρώνονται βασικά στα ακόλουθα: α) τη μελέτη και καλύτερη κατανόηση της σεισμικότητας του κυπριακού χώρου, β) τη μελέτη της συμπεριφοράς των εδαφών, κατά τη διάρκεια ενός σεισμού με ιδιαίτερη έμφαση στα εδάφη των αστικών και παράκτιων περιοχών, γ) την ανέγερση αντισεισμικών κατασκευών και την αντισεισμική θωράκιση των υφιστάμενων κατασκευών; και δ) τη δημιουργία των απαραίτητων υποδομών για άμεση και αποτελεσματική αντίδραση μετά από την εκδήλωση ενός σεισμού.

Άλλες πληροφορίες σχετικές με τη σεισμολογία:
| Παρακολούθηση των Σεισμών | Τρέχουσα Σεισμικότητα | Αισθητοί Σεισμοί | Καταγραφές Σεισμολογικών Σταθμών | Πρόσβαση στα Ψηφιακά Σεισμολογικά Δεδομένα | Ψηφιακό Σεισμολογικό Δίκτυο | Αναλογικό Σεισμολογικό Δίκτυο | Σεισμολογικό Κέντρο Λευκωσίας | Σεισμολογικό Κέντρο Μαθιάτη | Χάρτες Σεισμικότητας | Σημαντικοί Σεισμοί | Ιστορικοί Σεισμοί | Εκθέσεις, Μελέτες & Άρθρα | Σεισμοί: Συχνές Ερωτήσεις | Ο κίνδυνος της Κύπρου από Τσουνάμι | Εκπαιδευτικό Υλικό |



Σχετικό Ενημερωτικό Έντυπο:



Κατεβάστε το αρχείο τύπου Acrobat seismology_GR.pdf


Back To Top