Back To Top

Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων

Σύντομη αναδρομή


Σύμφωνα με τη σχετική αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Κύπρος και η Μάλτα είναι τα φτωχότερα σε νερό Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την χαμηλότερη διαθέσιμη ποσότητα νερού ανά κάτοικο. Η βροχόπτωση στην Κύπρο ποικίλει σε μεγάλο βαθμό, με σημαντικές περιφερειακές διακυμάνσεις, συχνές ξηρασίες και με τους υδατικούς πόρους να είναι σπάνιοι και δαπανηροί στην εκμετάλλευση.

Το πρόβλημα συνεχώς αυξάνεται λόγω της αυξανόμενης ζήτησης νερού και της παράλληλης σημαντικής μείωσης της βροχόπτωσης και των επιφανειακών απορροών, που είναι αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής. Η στατιστική ανάλυση της βροχόπτωσης και των επιφανειακών απορροών στην Κύπρο παρουσιάζει μια σημαντική μείωση από την δεκαετία του ’70, η οποία παραμένει. Επιπλέον, οι μικρές λεκάνης απορροής των υδάτων στο νησί, δεν επιτρέπουν την σταθερή ή συνεχόμενη ροή των ποταμών.

Το πρόβλημα της υδατικής ανεπάρκειας διαγνώστηκε και αντιμετωπίστηκε από πολλά χρόνια, από την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960. Το σύνθημα «ούτε σταγόνα νερού στη θάλασσα» που κυριαρχούσε για πολλά χρόνια, καθόρισε την υδατική πολιτική των Κυβερνήσεων της νεοσύστατης Κυπριακής Δημοκρατίας και των κυβερνήσεων που ακολούθησαν. Με το σύνθημα αυτό, έχουν κατασκευαστεί μεγάλα φράγματα και υδατικά έργα, τα οποία λειτουργούν μέχρι σήμερα για ικανοποίηση των αναγκών πόσιμου νερού και για εξυπηρέτηση των αρδευτικών αναγκών στις περιοχές κατάντι και γύρω από τα φράγματα.

Πειστική μαρτυρία της μεγάλης σημασίας που δόθηκε για την αύξηση της παροχετευτικής ικανότητας των υδατικών έργων είναι η αποθηκευτική ικανότητα των φραγμάτων που σήμρα ανέρχεται στα 327,5 ΕΚΜ νερού, σε σύγκριση με 6 ΕΚΜ που ήταν το 1960. Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα, η Κύπρος κατατάσσεται πρώτη στον ευρωπαϊκό χώρο όσον αφορά τον αριθμό και τη χωρητικότητα μεγάλων φραγμάτων. Η εκτίμηση αυτή γίνεται φυσικά σε σχέση με την έκταση του νησιού με αναλογία πενήντα μεγάλα φράγματα για κάθε 10 000 τετραγωνικά χιλιόμετρα.

Περίοδος 1960-1974:
Βασικό γνώρισμα της περιόδου από το 1960 μέχρι την τουρκική εισβολή, ήταν η στενή συνεργασία του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, με διεθνείς και άλλους Οργανισμούς για τη διεξαγωγή μελετών με σκοπό τον προγραμματισμό, τη μελέτη και την κατασκευή υδατικών έργων και τη διαμόρφωση βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων σχεδίων δράσης για αντιμετώπιση των αυξανόμενων υδατικών αναγκών. Κατά την περίοδο αυτή έγιναν οι αναγκαίες τεχνοοικονομικές μελέτες για πολλά υδατικά έργα και κατασκευάστηκαν πολλά φράγματα, όπως του Πωμού, της Αγίας Μαρίνας, της Αργάκας, των Λευκάρων, της Γερμασόγειας, των Πολεμιδιών και του Μαυροκόλυμπου. Παράλληλα, κατασκευάστηκαν έργα μεταφοράς και διανομής του νερού από τα φράγματα στις ωφελούμενες περιοχές, κυρίως για αρδευτικούς σκοπούς. Υλοποιήθηκαν επίσης έργα υδατοπρομήθειας των χωριών της υπαίθρου, κυρίως με την εκμετάλλευση τοπικών πόρων πόσιμου νερού (γεωτρήσεων και πηγών).

Περίοδος 1974-2004:
Η περίοδος από την τουρκική εισβολή μέχρι την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χαρακτηρίζεται από σημαντικά επιτεύγματα στον τομέα της υδατικής ανάπτυξης. Με τη συνεργασία των αρμόδιων υπηρεσιών των Ηνωμένων Εθνών (FAO) και με την εξασφάλιση της χρηματοδότησης από διεθνείς οργανισμούς και ιδρύματα, όπως η Διεθνής Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (IBRD) και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB), κατασκευάστηκαν μεγάλα υδατικά έργα που διασφαλίζουν την αποθήκευση μεγάλων ποσοτήτων νερού, καθώς επίσης και την μεταφορά, διύλιση και διανομή του για τις διάφορες χρήσεις. Πρόκειται για τα Κυβερνητικά Υδατικά Έργα Πάφου, Χρυσοχούς, Βασιλικού – Πεντάσχοινου, Νότιου Αγωγού και Ξυλιάτου-Βυζακιάς. Επίσης, στα πλαίσια ενίσχυσης της υπαίθρου με ολοκληρωμενα έργα αγροτικής ανάπτυξης, κατασκευάστηκαν μικρότερα αρδευτικά έργα όπως τα Αρδευτικά Έργα Πιτσιλιάς και Κρασοχωριών.

Την ίδια περίοδο ενισχύθηκε σημαντικά η υδατοπρομήθεια των αστικών κέντρων και των δήμων και κοινοτήτων της υπαίθρου, με την κατασκευή των διυλιστηρίων πόσιμου νερού Χοιροκοιτίας, Κόρνου, Λεμεσού Τερσεφάνου και Ασπρόκρεμμου. Για αντιμετώπιση των αυξανόμενων αναγκών και της παράλληλης ξηρασίας, εισήχθη επίσης η χρήση μη συμβατικών πόρων νερού: της αφαλάτωσης θαλασσινού νερού για ύδρευση και του ανακυκλωμένου νερού (από την τριτοβάθμια επεξεργασία αστικών λυμάτων) για άρδευση. Συγκεκριμένα, το 1997 λειτούργησε η Μονάδα Αφαλάτωσης Δεκέλειας και το 2000 η Μονάδα Αφαλάτωσης Λάρνακας, εξυπηρετώντας την ύδρευση των περιοχών Λευκωσίας, λάρνακας και Αμμοχώστου. Επίσης, από το 1998 άρχισε και συνεχίστηκε η διοχέτευση ανακυκλωμένου νερού τριτοβάθμιας επεξεργασίας για σκοπούς άρδευσης.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, παράλληλα με τα προαναφερόμενα μέτρα ικανοποίησης των αναγκών ύδρευσης και άρδευσης, τέθηκαν σε εφαρμογή σημαντικά μέτρα για την διαχείριση της ζήτησης, με σημαντικότερα: την χρήση βελτιωμένων συστημάτων άρδευσης, την ογκομετρική τιμολόγηση, την χρήση τελών με αύξουσες κλίμακες, την εφαρμογή ετήσιων σεναρίων κατανομής νερού στις διάφορες χρήσεις, την διαφώτιση και ευαισθητοποίηση του κοινού, την καλλιέργεια υδατικής συνείδησης, την επιδότηση της εγκατάστασης τεχνικών εξοικονόμησης σε κτίρια κ.α.

Περίοδος 2004-2018:
Με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων προώθησε δυναμικά την εναρμόνιση της διαχείρισης των υδατικών πόρων της χώρας με τις σχετικές Ευρωπαϊκές Οδηγίες, διαδικασία που είχε αρχίσει ήδη κατά την προ ένταξης περίοδο. Σε αυτό το πλαίσιο, έγινε εναρμόνιση της Εθνικής Νομοθεσίας με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες σχετικά με τη διαχείριση των υδάτων, τον εξαγνισμό των λυμάτων και την αντιμετώπιση των συνθηκών πλημμύρας.

Επιγραμματικά, έχουν υλοποιηθεί σημαντικά έργα και δράσεις για ορθολογική διαχείριση και προστασία των υδατικών πόρων του τόπου, για την υλοποίηση αποχετευτικών για τη διαχείριση των λυμάτων, για την αξιολόγηση και διαχείριση των κινδύνων πλημύρας.

Ωστόσο, συνεχίστηκε συγχρόνως η επιδείνωση των συνθηκών έλλειψης νερού, με την αύξηση των αναγκών ύδρευσης από τα Κυβερνητικά Υδατικά Έργα και την παράλληλη μείωση των φυσικών πόρων νερού. Για αύξηση της αποθηκευτικής δυνατότητας και αύξηση της παραγωγής πόσιμου νερού, κατασκευάστηκαν νέα υδατικά έργα, όπως το Έργο Σολέας στην περιοχή Λευκωσίας, το φράγμα Κανναβιούς στην περιοχή Πάφου και το ομώνυμο διυλιστήριο πόσιμου νερού. Παράλληλα έγινε αύξηση της παραγωγής αφαλατωμένου νερού και κατασκευάστηκαν νέες μόνιμες Μονάδες Αφαλάτωσης στη Λεμεσού και το Βασιλικό. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης προσωρινές Μονάδες Αφαλάτωσης στην Πάφο, τη Μονή και τον ποταμό Γαρύλη.

Επιπρόσθετα, με την ολοκλήρωση των αποχετευτικών συστημάτων στα μεγάλα αστικά κέντρα και σε συμπλέγματα κοινοτήτων, αυξήθηκε σημαντικά η παραγωγή και εκμετάλλευση ανακυκλωμένου νερού, συμβάλλοντας σημαντικά στον τομέα της αρδευόμενης γεωργίας.