Η μέση ετήσια ποσότητα των 275 ΕΚΜ νερού κατανέμεται με μια αδρή αναλογία 1:3 σε επιφανειακή αποθήκευση και σε υπόγεια νερά αντίστοιχα. Από την υπόγεια αποθήκευση περίπου το 1/3 ρέει στη θάλασσα.
Όντας νησιώτικη χώρα, τα υπόγεια και επιφανειακά υδατικά σώματα της Κύπρου εξαρτώνται αποκλειστικά από τη βροχόπτωση εντός της επικράτειας της. Ωστόσο, η μείωση της βροχόπτωσης και των επιφανειακών απορροών των τελευταίων δεκαετιών οδήγησε στην μείωση του εμπλουτισμού των υπόγειων υδατικών σωμάτων και στην μείωση των εισροών στα φράγματα. Παράλληλα, έχει αυξηθεί η ζήτηση του νερού, σαν αποτέλεσμα της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης, της αύξησης του τουρισμού και των μόνιμων κατοίκων.
Για αντιμετώπιση της λειψυδρίας, έχουν ενταχθεί πλέον στο υδατικό ισοζύγιο και δύο μη συμβατικοί πόροι νερού: η αφαλάτωση θαλασσινού νερού και η επαναχρησιμοποίηση λυμάτων μετά από τριτοβάθμιας επεξεργασία.
Το αφαλατωμένο νερό χρησιμοποιείται για την ικανοποίηση αναγκών ύδρευσης (πόσιμου νερό). Το ανακυκλωμένο νερό χρησιμοποιείται για άρδευση γεωργικών καλλιεργειών και χώρων πρασίνου, με την εφαρμογή περιορισμών που αφορούν την ορθή γεωργική πρακτική για τη χρήση ανακυκλωμένου νερού. |