Έμβλημα Κυπριακής Δημοκρατίας
Τμήμα Δασών

Προστασία ΔασώνΑσθένειες



ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι κυριότεροι επιβλαβείς δασικοί οργανισμοί στην Κύπρο περιορίζονται ουσιαστικά στα έντομα. Ο κυριότερος λόγος που ευνοεί την παρουσία σε μεγάλους πληθυσμούς των επιβλαβών δασικών εντόμων στην Κύπρο είναι το τυπικό μεσογειακό κλίμα το οποίο χαρακτηρίζεται από τον ήπιο χειμώνα και γενικά τις ψηλές θερμοκρασίες. Πολλά επιβλαβή έντομα και ειδικά μερικά κολεόπτερα λόγω των ευνοϊκών κλιματολογικών συνθηκών, περιοδικά αναπτύσσουν περισσότερες γενιές τον χρόνο με αποτέλεσμα να εμφανίζονται και σε μεγαλύτερους αριθμούς με συνέπεια να πολλαπλασιάζεται η επιβλαβής δράση τους. Σε αντιδιαστολή, η παρουσία ισχυρών παθογόνων (μυκήτων, βακτηρίων κλπ.) που προκαλούν ασθένειες των δασοπονικών ειδών είναι πολύ περιορισμένη λόγω των ψηλών θερμοκρασιών και της χαμηλής σχετικής υγρασίας που παρατηρούνται γενικά σχεδόν κάθε χρόνο.

1. ΕΠΙΒΛΑΒΗ ΕΝΤΟΜΑ ΚΩΝΟΦΟΡΩΝ

Ι.Έντομα που προσβάλλουν την Πεύκη
Α) Τhaumetopoea wilkinsonii Tams
Τάξη: Lepidoptera,
Οικογένεια:Thaumetopoeidae,
Kοινή Oνομασία: Πιτυοκάμπη ή Πευκοκάμπια.

Γεωγραφική Εξάπλωση: Η πιτυοκάμπη περιορίζεται στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και ειδικότερα στην Κύπρο, στο Ισραήλ, στην Ιορδανία, στον Λίβανο και στη Συρία. Στην Κύπρο είναι κοινό έντομο και χαρακτηρίζεται ως πολύ επιβλαβές, όταν αναπτύσσει μεγάλους πληθυσμούς.

Ξενιστές: Στην Κύπρο προσβάλλεται περισσότερο η τραχεία (P. brutia) και λιγότερο η μαύρη πεύκη (P. nigra ssp. pallasiana). Επίσης τα ξενικά είδη πεύκης P. canariensis, P. halepensis, και τα υβρίδια τραχείας και χαλεπίου πεύκης προσβάλλονται από το έντομο, ενώ συνήθως αποφεύγει να προσβάλει την ήμερη πεύκη (P. pinea).

Βιο-Οικολογία: Η πιτυοκάμπη αναπτύσσει μία γενιά κάθε χρόνο και ακολουθεί την πλήρη μεταμόρφωση κατά τη διάρκεια του βιολογικού της κύκλου όπου διανύει τέσσερα διαδοχικά στάδια ανάπτυξης (αυγό, προνύμφη, νύμφωση και τέλειο έντομο).
Τα τέλεια έντομα έχουν τη μορφή πεταλούδας και κάνουν τις πρώτες πτήσεις τους τέλος Ιουλίου αρχές Αυγούστου στα ψηλότερα υψόμετρα, ενώ στα χαμηλότερα υψόμετρα αρχίζουν να πετούν λίγο αργότερα. Τα αρσενικά τέλεια έντομα μπορούν να πετάξουν σε απόσταση μέχρι και δύο χιλιομέτρων, ενώ το θηλυκό μόνο περπατά και δεν μπορεί να πετάξει.
Μετά τη σύζευξη, το θηλυκό τέλειο έντομο αρχίζει να γεννά/τοποθετεί τα αυγά του στη βάση των δύο βελόνων ή γύρω από ένα πολύ μικρό κλαδί και σχηματίζει σιγά σιγά ένα κυλινδρικό αυγοσωρό ο οποίος συνήθως αποτελείται από 70 μέχρι 300 αυγά. Η εκκόλαψη των αυγών γίνεται περίπου σε 30-45 μέρες μετά την σύζευξη, τέλος Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου, πρώτα στα ορεινά και ακολούθως στα πεδινά.
Κατά το στάδιο της προνύμφης η πιτυοκάμπη αναπτύσσει διαδοχικά πέντε ηλικίες και διακρίνεται από το χρώμα της, το τρίχωμα της, από το μέγεθος της και τέλος από χαρακτηριστική φωλιά που κατασκευάζει.
Οι προνύμφες της πρώτης ηλικίας έχουν το χαρακτηριστικό άσπρο χρώμα και το κεφάλι τους είναι μαύρο. Αμέσως μετά την εκκόλαψη εμφανίζουν μία αυξημένη κοινωνική συμπεριφορά, σχηματίζοντας φωλιές με αραιά νήματα κοντά στον αυγοσωρό. Σε αυτή την ηλικία τρώγουν τις βελόνες κατά μήκος, γιατί τα στοματικά τους μόρια είναι πολύ μικρά. Αυτή η ηλικία διαρκεί 20 - 25 περίπου μέρες και κατά τη διάρκειά της, οι προνύμφες μπορούν να μετακινηθούν και να κατασκευάσουν φωλιές σε διαφορετικά σημεία πάνω στο δέντρο.
Η δεύτερη ηλικία που ακολουθεί έχει επίσης διάρκεια 20 - 25 ημερών. Η αλλαγή της προνύμφης χαρακτηρίζεται από την αύξηση του μεγέθους της, του χρώματός της (καστανοκαφέ με σκουρόχρωμες πορτοκαλί κατά μήκος λωρίδες) και την αποβολή της εξωτερικής άσπρης/γαλακτώδους μεμβράνης της προηγούμενης ηλικίας. Οι προνύμφες της ηλικίας αυτής σχηματίζουν πιο μεγάλες και πιο συνεκτικές φωλιές.
H προνύμφη της τρίτης ηλικίας αναπτύσσει μακρύ τρίχωμα, σχηματίζει πιο πυκνή φωλιά και διαρκεί περίπου 28-30 ημέρες.
Η τέταρτη ηλικία της προνύμφης διαρκεί περίπου 40 ημέρες και κινείται προς την κορυφή και σχηματίζει τη γνωστή τελική φωλιά.
Η πέμπτη ηλικία έχει διάρκεια 25 ημέρες και οι προνύμφες εγκαταλείπουν τη φωλιά για αναζήτηση τροφής μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας όταν η θερμοκρασία δεν είναι κάτω από 0 °C.
Μετά ακολουθεί το στάδιο της νύμφωσης, η οποία γίνεται στο έδαφος σε βάθος 5 - 10 εκατοστών και από το κάθε βομβύκιο (κουκούλι) που κατασκευάζει η κάθε μια προνύμφη θα πετάξουν το καλοκαίρι τα νέα τέλεια έντομα της πιτυοκάμπης. Η διαχείμαση της πιτυοκάμπης γίνεται στο στάδιο της προνύμφης.

Επιπτώσεις: Η πιτυοκάμπη τρώγει τις βελόνες των πεύκων και περιοδικά εμφανίζεται σε επιδημική μορφή, περισσότερο στις ημιορεινές και πεδινές περιοχές, όπου υπάρχουν νεαρές αναδασώσεις με αποτέλεσμα να απογυμνώνονται οι κόμες των δέντρων. Πολύ σπάνια νεκρώνει τους ξενιστές της.

Καταπολέμηση: Για τον έλεγχο του πληθυσμού του εντόμου, το Τμήμα Δασών διεξάγει κάθε χρόνο επιλεκτικούς ψεκασμούς από τον αέρα και από το έδαφος με τη χρήση βιολογικών φυτοπροστατευτικών προιόντων. Ειδικότερα χρησιμοποιούνται ευρέως διάφορα βιολογικά σκευάσματα με κύρια δραστική ουσία το βακτήριο βακίλλου Bacillus thuringiesis spp. kurstaki. Είναι το μοναδικό επιβλαβές δασικό έντομο που καταπολεμείται συστηματικά στην Κύπρο.


Τέλειο αρσενικό έντομο της πιτυοκάμπης



Τελική φωλιά προνυμφών της Τhaumetopoea wilkinsonii




Νεαρή αναδάσωση τραχείας πεύκης προσβεβλημένη από την Τhaumetopoea wilkinsonii


Β) Orthotomicus erosus Wollaston
Τάξη: Coleoptera,
Οικογένεια: Scolytidae,
Κοινή Ονομασία: Μεσογειακό φλοιοφάγο έντομο της Πεύκης

Γεωγραφική Εξάπλωση: Περιορίζεται στις παραμεσόγειες περιοχές της Ευρώπης και στον Καύκασο. Επίσης έχει εισαχθεί στη Βόρειο και Νότιο Αμερική, στην Κίνα και στην Αυστραλία. Στην Κύπρο είναι πολύ κοινό έντομο και εμφανίζεται τοπικά σε πολύ μεγάλους πληθυσμούς.

Ξενιστές: Οι κύριοι ξενιστές του Orthotomicus erosus στην Κύπρο είναι κυρίως η τραχεία πεύκη και πολύ λιγότερο η μαύρη πεύκη. Επίσης υπάρχουν αναφορές ότι προσβάλλει και τον Κέδρο (Cedrus brevifolia).

Βιο-Οικολογία: Το έντομο αυτό έχει τη δυνατότητα να αναπτύσσει συνήθως κάθε χρόνο 3-5 γενιές, σπανιότερα μπορεί να φθάσει μέχρι τις 7 και η διάρκεια κάθε γενιάς (βιολογικός κύκλος) είναι περίπου 30-35 ημέρες. Ακολουθεί την πλήρη μεταμόρφωση και η δραστηριότητα του αρχίζει συνήθως στα χαμηλότερα υψόμετρα από τα μέσα Φεβρουαρίου, στα ορεινά 2-3 εβδομάδες αργότερα και την τερματίζει μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, αρχές Νοεμβρίου.

Επιπτώσεις: Το έντομο αυτό προσβάλλει δευτερογενώς και πολλές φορές η αθροιστική δράση του, μαζί και με άλλα φλοιοφάγα έντομα νεκρώνει τα καταπονημένα από έλλειψη υγρασίας δέντρα, κυρίως νεαρά ή υπερήλικα, που αναπτύσσονται σε φτωχά εδάφη. Οι νεκρώσεις αυτές είναι πολύ χαρακτηριστικές κατά την αυξητική περίοδο των φυτών. Στην Κύπρο θεωρείται ένα από τα πιο βλαπτικά έντομα.

Καταπολέμηση: Για τον έλεγχο του πληθυσμού του συγκεκριμένου εντόμου το Τμήμα Δασών εφαρμόζει τα πιο κάτω μέτρα:

    • Τοποθέτηση ειδικών εντομοπαγίδων για παγίδευση των φλοιοφάγων εντόμων τύπου slit trap για μαζική παγίδευση σε περιοχές όπου περιοδικά εμφανίζονταιεπιδημίες.
    • Εφαρμογή κατάλληλων δασοκομικών μέτρων για περιορισμό των επιπτώσεων των αβιοτικών παραγόντων, οι οποίοι προκαλούν τη μείωση της ανθεκτικότητας των δασοσυστάδων πρωτογενώς, σε επικείμενες προσβολές από φλοιοφάγα έντομα (δευτερογενείς προσβολές).
    • Χρήση δεντροπαγίδων (τοποθέτηση κορμοτεμαχίων έμφλοιων, τα οποία προέρχονται από πρόσφατα υλοτομημένα ζωντανά δέντρα) οι οποίες τοποθετούνται μέσα σε δασοσυστάδες οι οποίες έχουν προσβληθεί εκτεταμένα από φλοιοφάγα έντομα.



Τέλειο φλοιοφάγο έντομο Orthotomicus erosus


Νεαρό δέντρο τραχείας πεύκης προσβεβλημένο από το Orthotomicus erosus


Γ) Hylurcus ligniperda Fabricius
Τάξη: Coleoptera,
Οικογένεια: Scolytidae,
Κοινή Ονομασία: Φλοιοφάγο έντομο της Πεύκης

Γεωγραφική Εξάπλωση: Περιορίζεται στις παραμεσόγειες περιοχές της Ευρώπης, στη Βόρεια Αφρική στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, στην Κριμαία και στον Καύκασο. Επίσης έχει εισαχθεί στη Βόρειο και Νότιο Αμερική, στη Νότια Αφρική, στην Ιαπωνία, στη Νέα Ζηλανδία και στην Αυστραλία. Στην Κύπρο είναι κοινό έντομο και εμφανίζεται τοπικά σε σχετικά μεγάλους πληθυσμούς.

Ξενιστές: Οι κύριοι ξενιστές του Hylurgus ligniperda στην Κύπρο, είναι κυρίως η τραχεία πεύκη και πολύ λιγότερο η μαύρη πεύκη.

Βιο-Οικολογία: Το έντομο αυτό έχει τη δυνατότητα να αναπτύσσει συνήθως κάθε χρόνο 2 γενιές, σπανιότερα μπορεί να φθάσει μέχρι τις 3. Ακολουθεί την πλήρη μεταμόρφωση και η δραστηριότητα του αρχίζει συνήθως στα χαμηλότερα υψόμετρα από τις αρχές Μαρτίου μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου.

Επιπτώσεις: Το έντομο αυτό προσβάλλει δευτερογενώς και πολλές φορές νεκρώνει τα καταπονημένα από έλλειψη υγρασίας δέντρα, κυρίως νεαρά ή υπερήλικα, που αναπτύσσονται σε φτωχά εδάφη. Επιπρόσθετα προσβάλλει πρέμνα πρόσφατα υλοτομημένων δέντρων, χαμηλά κλαδιά και χαμηλά κάτω τον κορμό.

Καταπολέμηση: Για τον έλεγχο του πληθυσμού του εντόμου το Τμήμα Δασών εδώ εφαρμόζει τα πιο κάτω μέτρα:

  • Τοποθέτηση ειδικών εντομοπαγίδων για παγίδευση των φλοιοφάγων εντόμων τύπου slit trap για μαζική παγίδευση σε περιοχές όπου εμφανίζονται επιδημίες.
  • Εφαρμογή κατάλληλων δασοκομικών μέτρων για περιορισμό των επιπτώσεων των αβιοτικών παραγόντων, οι οποίοι προκαλούν τη μείωση της ανθεκτικότητας των δασοσυστάδων πρωτογενώς, σε επικείμενες προσβολές από φλοιοφάγα έντομα (δευτερογενείς προσβολές).

Τέλειο φλοιοφάγο έντομο Hylurgus ligniperda

Δ) Tomicus piniperda L.
Τάξη: Coleoptera,
Οικογένεια: Scolytidae,
Κοινή Ονομασία: Κοινό βλαστοφάγο έντομο της Πεύκης

Γεωγραφική Εξάπλωση: Το έντομο βρίσκεται στην Ευρώπη και έχει εισαχθεί και σε άλλες περιοχές όπως στη Βόρειο Αμερική. Στην Κύπρο είναι πολύ κοινό έντομο και περιορίζεται στα πιο ψηλά υψόμετρα.

Ξενιστές: Οι κύριοι ξενιστές του Tomicus piniperda στην Κύπρο είναι η τραχεία πεύκη και πολύ λιγότερο η μαύρη πεύκη. Επίσης προσβάλλει και ξενικά είδη πεύκης, όπως την P. halepensis και την P.pinea.

Βιο-Οικολογία: Στην Κύπρο το έντομο αναπτύσσει μια γενιά κάθε χρόνο και ο βιολογικός του κύκλος ακολουθεί την πλήρη μεταμόρφωση. Οι πρώτες πτήσεις του εντόμου αρχίζουν στα χαμηλότερα υψόμετρα κατά τους μήνες Μάρτιο-Απρίλιο-Μάιο, ενώ στα ψηλότερα κατά τους μήνες Ιούνιο-Ιούλιο-Αύγουστο. Τα τέλεια αυτά έντομα είναι γενετικά ανώριμα, και μέχρι να ωριμάσουν γενετικά προσβάλλουν κυρίως μονοετείς, λιγότερο διετείς και σπανιότερα τριετείς βλαστούς υγιών δέντρων, κυρίως τραχείας πεύκης διαφόρων ηλικιών (πρωτογενής προσβολή). Πρόκειται για το λεγόμενο «φάγωμα ωρίμανσης». Αμέσως μετά την πτήση ακολουθεί η σύζευξη, και στη συνέχεια η ωοτοκία. Τα θηλυκά ανοίγουν στους κορμούς ασθενικών δέντρων, ή γενικότερα σε δέντρα με διαταραγμένη φυσιολογία (δευτερογενής προσβολή), στοές μεταξύ φλοιού και ξύλου, παράλληλες προς τον άξονα του δέντρου. Στις πλευρές της στοάς αυτής, η οποία είναι άδεια από πριονίδια ή περιττώματα, το θηλυκό τοποθετεί τα αυγά του. Οι προνύμφες που εμφανίζονται μετά την εκκόλαψη των αυγών ανοίγουν τις λεγόμενες «θυγατρικές στοές», οι οποίες είναι κάθετες προς τον άξονα της «μητρικής στοάς». Κάθε μία προνύμφη ανοίγει τη δική της «θυγατρική στοά», και μέσα σε αυτήν μεταμορφώνεται σε νύμφη την ερχόμενη μετά τη διαχείμαση άνοιξη. Τα σημεία νύμφωσης βρίσκονται στο τέλος των στοών αυτών, είναι επιμήκη σε σχήμα αυγού νυμφόκλινα, τα οποία διανοίγονται σχεδόν μέσα στο φλοιό. Έτσι την άνοιξη εμφανίζονται τα ανώριμα τέλεια έντομα.

Επιπτώσεις: Συνήθως στην Κύπρο προσβάλλει δευτερογενώς καταπονημένα δέντρα πεύκης και νεαρές αναδασώσεις που έχουν εγκατασταθεί σε φτωχά εδάφη. Συγκεκριμένα κατά την περίοδο ωρίμανσης των τέλειων εντόμων προσβάλλει και νεκρώνει τους νεαρούς βλαστούς των ξενιστών του, προκαλώντας σημαντική μείωση στην ετήσια προσαύξηση. Επίσης, τα τέλεια έντομα και οι προνύμφες του προσβάλλουν τον εσωτερικό φλοιό του κορμού, με αποτέλεσμα να προκαλούνται ακόμα και νεκρώσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις εξελίσσεται σε πολύ επιβλαβές έντομο.
Καταπολέμηση: Για τον έλεγχο του πληθυσμού του εντόμου το Τμήμα Δασών εδώ εφαρμόζει τα πιο κάτω μέτρα:

    • Τοποθέτηση ειδικών εντομοπαγίδων για παγίδευση των φλοιοφάγων εντόμων τύπου slit trap για μαζική παγίδευση σε περιοχές όπου εμφανίζονται επιδημίες.
    • Εφαρμογή κατάλληλων δασοκομικών μέτρων για περιορισμό των επιπτώσεων των αβιοτικών παραγόντων, οι οποίοι προκαλούν τη μείωση της ανθεκτικότητας των δασοσυστάδων πρωτογενώς, σε επικείμενες προσβολές από φλοιοφάγα έντομα (δευτερογενείς προσβολές).

Τέλειο βλαστοφάγο έντομοTomicus piniperda


Προσβολή του εντόμουTomicus piniperda σε τραχεία πεύκη


Προσβολή του εντόμου Tomicus piniperda σε τραχεία πεύκη

Ε) Hylotrupes bajulus L.
Τάξη: Coleoptera,
Οικογένεια: Cerambycidae,
Κοινή Ονομασία: Μεγάλο ξυλοφάγο έντομο της πεύκης.

Γεωγραφική Εξάπλωση: Είναι το πιο κοινό από τα έντομα που ανήκουν στην οικογένεια Cerambycidae. Περιορίζεται στην Βόρεια Αμερική, Ευρώπη και στη Νότιο Αφρική. Στις παραμεσόγειες περιοχές της Ευρώπης είναι πολύ κοινό όπως και στην Κύπρο.

Ξενιστές: Ο κύριος ξενιστής του στην Κύπρο είναι η τραχεία πεύκη, μαύρη πεύκη καθώς επίσης και το κυπαρίσσι. Προσβάλλει και σχετικά πρόσφατα υλοτομημένα κορμοτεμάχεια. Επιπρόσθετα, προσβάλλει λιγότερο και την Ελάτη.

Βιο-Οικολογία: Ο βιολογικός του κύκλος ακολουθεί την πλήρη μεταμόρφωση και συνήθως διαρκεί 2 μέχρι 6 χρόνια. Το τέλειο έντομο είναι σχετικά μεγάλο σε μέγεθος και το μήκος του κυμαίνεται μεταξύ 8-12 χιλιοστών. Οι πρώτες πτήσεις του τέλειου εντόμου αρχίζουν από τον Μάιο μέχρι τον Αύγουστο. Το θηλυκό τοποθετεί τα αυγά του μέσα στο ξύλο σε ομάδες των 30-160 αυγών. Οι προνύμφες προσβάλλουν το ξύλο εσωτερικά και είναι δύσκολη η αναγνώριση της προσβολής. Μετά από 2-6 χρόνια η κάμπια νυμφώνεται μέσα στο ξύλο.

Επιπτώσεις: Συνήθως προσβάλλει ξυλεία σε χρήση (ξυλόσπιτα κλπ.) με χαμηλή περιεκτικότητα σε υγρασία, καθώς επίσης και ξηρά κορμοτεμάχια ή ξηρά δέντρα. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι προσβάλλει αποκλειστικά μόνο το σομφό ξύλο. Επίσης τα τέλεια έντομα κάνουν την εμφάνιση τους κατά τους μήνες Μάιο – Αύγουστο και προσβάλλουν και αυτά το ξύλο δημιουργώντας χαρακτηριστικές οπές. Οι προνύμφες του εντόμου προσβάλλουν το σομφό ξύλο και γενικά προκαλούν τις μεγαλύτερες ζημιές στη ξυλεία, διανοίγοντας μεγάλες στοές. Η διάρκεια ζωής των προνυμφών είναι από δύο μέχρι επτά χρόνια.

Καταπολέμηση: Για τον έλεγχο του πληθυσμού των ξυλοφάγων βλαπτικών εντόμων ξυλείας σε χρήση όπως είναι το πιο πάνω, είναι δυνατόν να γίνει με τους ακόλουθους τρόπους:

    • Εφαρμογή υποκαπνισμού με τη χρήση κατάλληλων εντομοκτόνων ουσιών σε αέρια μορφή.
    • Εφαρμογή θερμικής επεξεργασίας σε υψηλή θερμοκρασία, μέσα σε ειδικό κλίβανο για χρονικό διάστημα τουλάχιστον μισής ώρας πέραν των 56 °C.
    • Επάλειψη ή ψεκασμός με κατάλληλα χημικά σκευάσματα.
    • Εμποτισμός με κατάλληλα εντομοκτόνα σκευάσματα

Τέλειο ξυλοφάγο έντομο Hylotrupes bajulus

ΣΤ) Leucaspis knemion Hoke
Τάξη: Hemiptera,
Οικογένεια: Diaspididae,
Κοινή Ονομασία: Λευκάσπη, μυζητικό έντομο της πεύκης.

Γεωγραφική Εξάπλωση: Είναι πολύ κοινό μυζητικό έντομο και ανήκει στην οικογένεια Diaspididae. Περιορίζεται στην Ανατολική Μεσόγειο, Ισραήλ, Λίβανο, Συρία, Τουρκία και φυσικά είναι πολύ κοινό και στην Κύπρο. Επιπρόσθετα έχει αναφερθεί ότι ενδημεί και στην Νέα Ζηλανδία.

Ξενιστές: Ο κύριος ξενιστής του στην Κύπρο είναι η τραχεία πεύκη, μαύρη πεύκη, καθώς επίσης και τα ξενικά είδη Pinus pinea, Pinus halepensis και Pinus canariensis .

Βιο-Οικολογία: Ο βιολογικός του κύκλος ακολουθεί τη μερική μεταμόρφωση και αναπτύσσει μια γενιά κάθε χρόνο. Ουσιαστικά το έντομο προσβάλλει τους ξενιστές του αρχές της Άνοιξης. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι το τέλειο έντομο είναι μόνο γένους θηλυκού και εκτιμάται ότι ανήκει στην κατηγορία των ερμαφρόδιτων οργανισμών.

Επιπτώσεις: Προσβάλλει τις βελόνες των ξενιστών του από τις οποίες απομυζά το παρέγχυμα και τις νεκρώνει. Τα δέντρα φαίνονται ξηρά, αλλά είναι ζωντανά και στο μέσο της Άνοιξης αναπτύσσονται νέες βελόνες. Σίγουρα τα προσβεβλημένα φυτά έχουν μειωμένη ετήσια προσαύξηση και πολύ σπάνια νεκρώνονται. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι πολλές φορές το έντομο αναπτύσσει τοπικά και χρονικά μεγάλους πληθυσμούς με αποτέλεσμα να προκαλεί πολύ μεγάλες ζημιές στις κόμες των ξενιστών, ακόμα και πλήρη καταστροφή των των πεύκων.

Καταπολέμηση: Για τον έλεγχο του πληθυσμού του εντόμου, συνήθως διενεργούνται έγκαιρα ψεκασμοί της κόμης από το έδαφος με κατάλληλα εντομοκτόνα επαφής μαζί με την χρήση θερινών ελαίων.


Προσβολή πεύκης από το μυζητικό έντομο Leucaspis knemion



II) Έντομα που προσβάλλουν το Κυπαρίσσι
Α) Phloeosinus armatus Reitt.
Τάξη: Coleoptera,
Οικογένεια: Scolytidae,
Κοινή Ονομασία: Μεγάλο βλαστοφάγο / φλοιοφάγο έντομο του κυπαρισσιού.

Γεωγραφική Εξάπλωση: Περιορίζεται στη Νότια και Κεντρική Ευρώπη, στη Νότια Ρωσία, Μέση Ανατολή και στη Βόρειο Αφρική. Στην Κύπρο είναι πολύ κοινό έντομο και τοπικά εμφανίζεται σε μεγάλους αριθμούς.

Ξενιστές: Ο κύριος ξενιστής του στην Κύπρο είναι το κυπαρίσσι Cupressus sempervirens L. το οποίο είναι αυτοφυές φυτό του νησιού μας. Επίσης προσβάλει και το καλλωπιστικό φυτό χρυσοκυπάρισσο(goldcrest).

Βιο-Οικολογία: Έχει δύο γενιές το χρόνο, με περίοδο πτήσης τους μήνες Μάρτιο-Απρίλιο και Αύγουστο-Σεπτέμβριο αντίστοιχα. Τα τέλεια έντομα ανοίγουν στοές μεταξύ φλοιού και ξύλου, οι οποίες έχουν μήκος 15-30 εκατοστά και διάμετρο 2,0-2,5 χιλιοστά. Οι στοές αυτές έχουν 2 διακλαδώσεις και σπάνια 3. Οι θυγατρικές στοές στην αρχή ανοίγονται κάθετα προς τον άξονα του δέντρου και αργότερα, με μια στροφή, γίνονται παράλληλες προς αυτόν. Ανάμεσα στα σημεία απόθεσης αυγών στη μητρική στοά, υπάρχουν στοές τις οποίες ανοίγει το μητρικό άτομο για την ικανοποίηση των τροφικών του απαιτήσεων. Η νύμφωση γίνεται στα βαθύτερα στρώματα του ξύλου. Τα τέλεια έντομα είναι μετά την εμφάνισή τους γενετικά ανώριμα. Η ωρίμανσή τους γίνεται ή στον τόπο τροφικής δραστηριότητας (στοές), ή σε νεαρούς βλαστούς υγιών δέντρων. Σε αυτούς ανοίγει στοές όμοιες με εκείνες του Tomicus piniperda που προσβάλλει την πεύκη (φάγωμα ωρίμανσης). Οι νεαροί αυτοί βλαστοί ξηραίνονται και στη συνέχεια σπάζουν. Η διαχείμαση γίνεται κατά κύριο λόγο στο στάδιο του τέλειου εντόμου, και σπάνια σαν κάμπια μέσα στις στοές μεταξύ φλοιού και ξύλου.

Επιπτώσεις: Συνήθως στην Κύπρο προσβάλλει δευτερογενώς καταπονημένα δέντρα που αναπτύσσονται κάτω από δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες. Συγκεκριμένα, κατά την περίοδο ωρίμανσης των τέλειων εντόμων (Μάρτιο-Απρίλιο και Αύγουστο-Σεπτέμβριο) προσβάλλει και νεκρώνει τους νεαρούς βλαστούς των ξενιστών του προκαλώντας σημαντική μείωση στην ετήσια προσαύξηση. Επίσης τα τέλεια έντομα και οι προνύμφες του προσβάλλουν τον εσωτερικό φλοιό του κορμού, αλλά πολύ σπάνια προκαλεί νεκρώσεις. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι αναπτύσσει δύο γενιές το χρόνο μία την Άνοιξη και μία το Φθινόπωρο.

Καταπολέμηση: Για τον έλεγχο του πληθυσμού του εντόμου το Τμήμα Δασών εδώ εφαρμόζει τα πιο κάτω μέτρα:

    • Τοποθέτηση ειδικών εντομοπαγίδων για παγίδευση των φλοιοφάγων εντόμων τύπου slit trap για μαζική παγίδευση σε περιοχές όπου εμφανίζονται επιδημίες.
    • Εφαρμογή κατάλληλων δασοκομικών μέτρων για περιορισμό των επιπτώσεων των αβιοτικών παραγόντων, οι οποίοι προκαλούν τη μείωση της ανθεκτικότητας των δασοσυστάδων πρωτογενώς, σε επικείμενες προσβολές από φλοιοφάγα έντομα (δευτερογενείς προσβολές).


Τέλειο βλαστοφάγο έντομο Phloeosinus armatus




Προσβολή του εντόμου Phloeosinus armatus σε κυπαρίσσι

Β) Buprestis cupressi Germar
Τάξη: Coleoptera,
Οικογένεια: Buprestidae,
Κοινή Ονομασία: Μεγάλο ξυλοφάγο έντομο του Κυπαρισσιού.

Γεωγραφική Εξάπλωση: Περιορίζεται στις νοτιοανατολικές παραμεσόγειες περιοχές της Ευρώπης και ειδικότερα από την Ιταλία μέχρι την Τουρκία. Στην Κύπρο είναι σχετικά κοινό έντομο.

Ξενιστές: Ο κύριος ξενιστής του στην Κύπρο είναι το κυπαρίσσι Cupressus sempervirens L., ενώ προσβάλλει λιγότερο τους αόρατους (άρκευθους), φυτά που είναι αυτοφυή στο νησί μας.

Βιο-Οικολογία: Ο βιολογικός κύκλος του εντόμου έχει διάρκεια 2-3 χρόνια και ακολουθεί την πλήρη μεταμόρφωση. Τα τέλεια έντομα αρχίζουν να κάνουν τις πρώτες τους πτήσεις περίπου μέσα με τέλος της Άνοιξης. Συνήθως αφήνουν τα αυγά τους σε φυσικά κοιλώματα ή σε σχισμές του φλοιού δέντρων ή ακόμα σε κοιλώματα του κορμού δέντρων που έχουν επηρεαστεί από αβιοτικούς ή βιοτικούς παράγοντες. Μετά την εκκόλαψη των προνυμφών από τα αυγά, αυτές εισέρχονται μέσα στο ξύλο και κατασκευάζουν τις δικές τους στοές, οι οποίες ακολουθούν την κατεύθυνση των ετήσιων δακτυλίων. Επιπρόσθετα, το στάδιο της νύμφωσης γίνεται μέσα στο ξύλο.

Επιπτώσεις: Συνήθως στην Κύπρο προσβάλλει δευτερογενώς καταπονημένα δέντρα που αναπτύσσονται κάτω από δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες (π.χ ξηρασία). Συγκεκριμένα, η προσβολή του συνήθως συνδυάζεται με αυτή των φλοιοφάγων εντόμων και τα προσβεβλημένα δέντρα σταδιακά νεκρώνονται, αφού προηγηθεί η αλλαγή του χρώματος της κόμης τους (κοκκινοκαφέ). Επίσης, τα τέλεια έντομα κάνουν την εμφάνιση τους κατά τους μήνες Απρίλιο–Μάιο και οι προνύμφες του προσβάλλουν το σομφό ξύλο του κορμού, αλλά και των μεγάλων κλαδιών διανοίγοντας μεγάλες στοές.

Καταπολέμηση: Ο κλασσικός τρόπος καταπολέμησης σε περιπτώσεις προσβολών από ξυλοφάγα έντομα, είναι η έγκαιρη απομάκρυνση των πολύ προσβεβλημένων δέντρων των οποίων η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη. Είναι πολύ σημαντικό η εγκατάσταση φυτειών κυπαρισσιού να γίνεται σε κατάλληλες θέσεις, ώστε να εξασφαλίζεται γενικά η καλή ζωτικότητα των φυτών και να μη προκαλούνται καταπονήσεις στα φυτά (υδατική, περιβαλλοντική κλπ.). Χημική καταπολέμηση είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί μόνο κατά τη διάρκεια της ωοτοκίας, και σε περιπτώσεις περιορισμένων προσβολών. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται εντομοκτόνα συνδυασμένης δράσης (στομάχου-επαφής-αναπνοής) και ψεκάζεται κυρίως το κατώτερο μέρος του κορμού.

Τέλειο ξυλοφάγο έντομο Buprestis cupressi


III) Έντομα που προσβάλλουν τον Κέδρο

Α) Orthotomicus erosus Wollaston
(Γίνεται αναφορά πιο πάνω, βλέπε έντομα πεύκης)

Β) Megastigmus schimitscheki Novitzki
Τάξη: Hymenoptera,
Οικογένεια: Torymidae,
Κοινή Ονομασία: Σποροφάγο έντομο του Κέδρου

Γεωγραφική Εξάπλωση: Περιορίζεται σε παραμεσόγειες περιοχές της Ευρώπης και ειδικά στην Κύπρο, στην Τουρκία και στον Λίβανο. Επίσης, έχει εισαχθεί στη Νότιο Γαλλία. Στην Κύπρο είναι κοινό έντομο και πολλές φορές εμφανίζεται τοπικά σε σχετικά μεγάλους πληθυσμούς.

Ξενιστές: Ο μοναδικός ξενιστής του Megastigmus schimitscheki στην Κύπρο είναι ο Κέδρος (Cedrus brevifolia).

Βιο-Οικολογία: Ο βιολογικός κύκλος του εντόμου έχει διάρκεια δύο χρόνια και ακολουθεί την πλήρη μεταμόρφωση. Τα τέλεια έντομα αρχίζουν να κάνουν τις πρώτες τους πτήσεις περίπου νωρίς την Άνοιξη. Μετά τη σύζευξη, τα θηλυκά τέλεια έντομα τοποθετούν τα αυγά τους μέσα στους ανώριμους (πράσινους) κώνους των κέδρων και μετά από μερικές μέρες αρχίζει η εκκόλαψη των αυγών. Ακολούθως, οι προνύμφες αρχίζουν να προσβάλλουν τα ανώριμα σπέρματα. Η περίοδος του σταδίου της προνύμφης διαρκεί περίπου 22 - 23 μήνες, ενώ το στάδιο της νύμφωσης που ακολουθεί διαρκεί 15 ημέρες.

Επιπτώσεις: Το έντομο αυτό προσβάλλει τους σπόρους του κέδρου κατά το πρώτο έτος ωρίμανσης όπου οι σπόροι είναι πράσινοι και ανώριμοι. Μερικές φορές προκαλεί μεγάλες τούς, ζημιές στην παραγωγή γόνιμων σπόρων.

Καταπολέμηση: Ο έλεγχος του πληθυσμού του εντόμου είναι δύσκολος και μέχρι σήμερα δεν έχει εξευρεθεί κάποιος αποτελεσματικός τρόπος καταπολέμησης του.


Τέλειο σποροφάγο έντομο Megastigmus schimitscheki


IV) Έντομα που προσβάλλουν τα Πλατύφυλλα

Α) Lymantria dispar L.
Τάξη: Lepidoptera,
Oικογένεια: Lymantriídae,
Kοινή Oνομασία: Λιμάντρια ή Γυφτοκάμπη

Γεωγραφική Εξάπλωση: Η Lymantria dispar L. βρίσκεται στην Ευρώπη και στην Ασία, αλλά από τον 19ον αιώνα κατάφερε και μπήκε στη Βόρεια Αμερική, όπου συνεχίζει να προκαλεί μεγάλες καταστροφές στα δρυοδάση της. Στην Κύπρο χαρακτηρίζεται πολύ επιβλαβές έντομο, ειδικά όταν εμφανιστεί σε αυξημένους αριθμούς.

Ξενιστές: Γενικά εκτιμάται, ότι το λεπιδόπτερο αυτό έχει περίπου 250 ξενιστές. Οι κύριοι ξενιστές του στην Κύπρο είναι η ενδημική δρύς, (λατζιά) (Quercus anlifolia Poech), αντρουκλιά (Arbutus andrachne L.) και η τρεμιθιά (Pistacia terebinthus L.).

Βιο-Οικολογία: Το έντομο αυτό είναι φυλλοφάγο, κατά το βιολογικό του κύκλο ακολουθεί την πλήρη μεταμόρφωση και αναπτύσσει μια γενιά κάθε χρόνο. Τα τέλεια έντομα της Λιμάντριας αρχίζουν τις πρώτες πτήσεις τους στα μέσα ή τέλος Μαΐου ή ακόμα και αρχές Ιουνίου, και πολύ λιγότερο κατά τους επόμενους μήνες του καλοκαιριού. Αμέσως μετά την εμφάνιση των τέλειων εντόμων, και μέσα σε 24 ώρες από την έξοδό τους από το κουκούλι, ακολουθεί η σύζευξη. Οι αυγοσωροί τοποθετούνται στη βάση των κορμών κάτω από κλαδιά ή πέτρες, και γενικά σε θέσεις οι οποίες προσφέρουν αυξημένη προστασία. Το στάδιο αυτό διαρκεί μέχρι την επόμενη άνοιξη, αφού η διαχείμαση γίνεται στο στάδιο του αυγού. Νωρίς την άνοιξη, ταυτόχρονα με την έκπτυξη των νέων φύλλων, εκκολάπτονται τα αυγά. Οι σκουρόχρωμες νεαρές προνύμφες έχουν αυξημένο τρίχωμα στο σώμα τους. Οι προνύμφες τρέφονται με φύλλα, και μάλιστα στη διάρκεια των πρώτων προνυμφικών σταδίων τρέφονται την ημέρα, ενώ οι μεγαλύτερες προνύμφες τρέφονται το βράδυ και την ημέρα κρύβονται στις σχισμές του φλοιού κάτω από κλαδιά ή χώμα, και στη παρεδαφιαία βλάστηση. Το νυμφικό στάδιο, ανάλογα με την ποσότητα και ποιότητα της τροφής, καθώς και σε εξάρτηση προς τις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν, διαρκεί 6 μέχρι 12 εβδομάδες. Αμέσως μετά ακολουθεί η έξοδος των τέλειων εντόμων από το βομβύκιο (κουκούλι).

Επιπτώσεις: Οι προνύμφες της Lymantria dispar L τρέφονται με τα φύλλα των ξενιστών τους με αποτέλεσμα να προκαλείται σημαντική μείωση στην ετήσια προσαύξηση. Τοπικά και περιοδικά το έντομο παρουσιάζεται σε πολύ μεγάλους πληθυσμούς με αποτέλεσμα να απογυμνώνει και να καταστρέφει πολλές φορές συμπαγείς εκτάσεις των ξενιστών του. Στην Κύπρο αυτό το φαινόμενο παρατηρείται σε πολύ αραιά χρονικά διαστήματα και συνήθως περιορίζεται σε τοπικό επίπεδο. Σε αυτές τις περιπτώσεις το Τμήμα Δασών προβαίνει σε καταπολέμηση του εντόμου, ώστε ο πληθυσμός του να περιορίζεται σε χαμηλά επίπεδα.

Καταπολέμηση: Το επιβλαβές αυτό έντομο είναι δυνατό να καταπολεμηθεί με διάφορους τρόπους. Ανάμεσα σε αυτούς η βιολογική καταπολέμηση (αρπακτικά, παράσιτα, ιοί κ.λπ.), και ιδιαίτερα η χρησιμοποίηση των βιο-παρασκευασμάτων με δραστική ουσία το βακτήριο Bacillus thurigiensis. Και στη χώρα μας χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται ακόμα τα βιο-παρασκευάσματα αυτά για την καταπολέμηση της L. dispar, ίσως κάπως περιορισμένα τα τελευταία χρόνια, αλλά με μια τάση παραπέρα αύξησης. Τέλος τα καλλιεργητικά μέτρα δίνουν επίσης ικανοποιητικά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση του προβλήματος της L. dispar. Ανάμεσα στα μέτρα αυτά, κύρια θέση καταλαμβάνει η ίδρυση μικτών συστάδων, καθώς επίσης και φυτειών, με ανθεκτικά απέναντι στο συγκεκριμένο φυλλοφάγο έντομο είδη. Πρέπει να σημειωθεί ότι σήμερα χρησιμοποιούνται και οι φερορμόνες (προσελκυστικές ουσίες που παράγουν τα γενετικά ώριμα τέλεια θηλυκά), όχι μόνο για τον προσδιορισμό του ύψους της αναμενόμενης προσβολής (πρόγνωση), αλλά ακόμα και για την καταπολέμηση του εντόμου.

Προσβολή προνύμφη της Λιμάντριας/Γυφτοκάμπης

Τέλειο έντομο/θηλυκού γένους της Λιμάντριας/Γυφτοκάμπης

2. ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ
Ι. Ασθένειες των Δασικών Φυτωρίων

Α) Τήξη των Αρτιφύτρων
Η ασθένεια προκαλείται συνήθως από μια ομάδα μυκήτων του εδάφους. Αυτοί οι μύκητες ανήκουν στα γένη Pythium, Fusarium, Rhizictonia κλπ.

Kοινή Oνομασία: Τήξη των Αρτιφύτρων.

Γεωγραφική Εξάπλωση: Ουσιαστικά αυτή η ασθένεια υπάρχει παντού και περισσότερο προσβάλλει τα κωνοφόρα είδη και λιγότερο τα πλατύφυλλα είδη. Στην Κύπρο είναι κοινή ασθένεια στα δασικά φυτώρια και παρουσιάζεται περιοδικά αποκλειστικά στα δασικά φυτώρια.

Ξενιστές: Στην Κύπρο προσβάλλεται περισσότερο η τραχεία (P. brutia) και πολύ λιγότερο η μαύρη πεύκη (P. nigra ssp. pallasiana). Σε άλλες χώρες συνήθως προσβάλλεται η ελάτη.

Βιο - Oικολογία: Η τήξη των αρτιφύτρων αναπτύσσεται από τη χρονική περίοδο της εκβλάστησης των σπόρων μέχρι την χρονική περίοδο της έναρξης αποξύλωσης των αρτιφύτρων. Συνολικά η ασθένεια παρουσιάζεται σε μια χρονική περίοδο 4-5 εβδομάδων από την εμφάνιση των αρτιφύτρων στο έδαφος. Αυτή η ασθένεια παρουσιάζεται σε δύο μορφές:

    (α) Στην πρώτη περίπτωση η προσβολή γίνεται στους σπόρους οι οποίοι εμφανίζουν συμπτώματα σήψης μέσα στο έδαφος προτού αρχίσει η φύτρωση τους ή στο νεαρό αρτίφυτρο προτού κάνει την εμφάνιση του από το έδαφος. Αυτή η μορφή ονομάζεται Υπόγεια Τήξη Αρτιφύτρων,
    (β) Στην δεύτερη περίπτωση προσβάλλεται το ριζικό σύστημα ή ο τρυφερός βλαστός του ήδη αναπτυγμένου αρτίφυτρου, συνήθως στο σημείο του ριζικού κόμβου. Αυτή η μορφή ονομάζεται Υπέργεια Τήξη Αρτιφύτρων.

Επιπτώσεις: Η ασθένεια «Τήξη των Αρτιφύτρων», που προκαλείται από τους μύκητες των γενών Pythium, Fusarium, Rhizictonia κλπ., προκαλεί μεγάλες απώλειες στις σπορές στα δασικά φυτώρια με την προϋπόθεση ότι επικρατούν οι κατάλληλες συνθήκες για την δραστηριοποίηση των πιο πάνω μυκήτων.

Καταπολέμηση: Τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται, ώστε να καταπολεμηθεί αποτελεσματικά η τήξη των αρτιφύτρων, διακρίνονται ουσιαστικά σε δύο κατηγορίες α) καλλιεργητικά και β) χημικά και αποσκοπούν:

    • Στην εξάλειψη των συνθηκών του περιβάλλοντος οι οποίες είναι κατάλληλες για την ανάπτυξη της ασθένειας,
    • Στο περιορισμό της χρονικής περιόδου ευπάθειας των αρτιφύτρων και
    • Στην καταστροφή των παθογόνων που προκαλούν την ασθένεια.
    Τα κυριότερα μέτρα αυτά είναι:
      1) Η εγκατάσταση των δασικών φυτωρίων να γίνεται σε θέσεις χωρίς σκιά ή μερικώς σκιαζόμενες με χαλαρά και καλά αποστραγγιζόμενα εδάφη.
      2) Αποφυγή των συχνών αρδεύσεων.
      3) Προτείνεται η σπορά να γίνεται νωρίς την Άνοιξη και αργότερα το Φθινόπωρο, γιατί οι ψηλές θερμοκρασίες ευνοούν την ανάπτυξη της ασθένειας.
      4) Να γίνεται σκόπιμα αβαθής σπορά, ώστε τα αρτίφυτρα να αναπτύσσονται γρήγορα.
      5) Χρήση προβλαστημένου σπόρου, εάν είναι δυνατό.
      6) Η ασθένεια προτιμά να αναπτύσσεται σε αλκαλικά εδάφη και η χρήση κατάλληλων ουσιών ώστε να μειωθεί το PH μέχρι 5.0-5.5, αποτρέπει την ανάπτυξη της.
      7) Καταστροφή των παθογόνων μυκήτων με απολύμανση του εδάφους με κατάλληλα σκευάσματα, όπως βρωμιούχο μεθύλιο ή φορμαλδεύδη.
      8) Ανάμιξη του σπόρου με διάφορες απολυμαντικές ουσίες.


    Τήξη αρτιφύτρων πεύκης



    Ι. Ασθένειες της Πεύκης

    Α) Σήψη του εγκάρδιου ξύλου
    Η ασθένεια προκαλείται από τον παθογόνο μύκητα Phellinus pini
    Κλάση: Basidiomycetes,
    Τάξη: Hymenochaetales,
    Oικογένεια: Hymenochaetaceae,
    Kοινή Oνομασία: Nίσκια ή Ίσκια.

    Γεωγραφική Εξάπλωση: Ο μύκητας Phellinus pini περιορίζεται κυρίως στο Βόρειο ημισφαίριο και προσβάλλει κυρίως κωνοφόρα δέντρα (πεύκη, ελάτη, ερυθρελάτη, ψευδοτσούγκα κλπ). Στην Κύπρο και στις γειτονικές χώρες είναι κοινή ασθένεια και χαρακτηρίζεται από την ιδιότητα της να παρουσιάζεται κυρίως σε ώριμα ή υπερώριμα δέντρα πεύκης.

    Ξενιστές: Στην Κύπρο προσβάλλεται περισσότερο η τραχεία (P. brutia) και πολύ λιγότερο η μαύρη πεύκη (P. nigra ssp. pallasiana).

    Βιο - Oικολογία: Ο μύκητας Phellinus pini είναι ξυλοσηπτικός πολυετής μύκητας. Συνήθως προσβάλλει υπερήλικα δέντρα σε ώριμες συστάδες πεύκης οι οποίες αναπτύσσονται σε υγρές σχετικά θέσεις. Με την πάροδο του χρόνου αναπτύσσει στον κορμό ή στα χοντρά κλαδιά πολυετές χαρακτηριστικό καρπόσωμα.

    Επιπτώσεις: Η ασθένεια που προκαλείται από το μύκητα Phellinus pini σπάνια εμφανίζεται σε επιδημική μορφή και συνήθως οι προσβολές είναι σποραδικές, περισσότερο στις ορεινές περιοχές όπου υπάρχουν ώριμες συστάδες πεύκης, με αποτέλεσμα να προκαλείται σταδιακή σήψη των κορμών ή των χοντρών κλαδιών. Πολύ σπάνια εμφανίζεται σε νέες ή νεαρές συστάδες πεύκης χωρίς να προκαλεί ιδιαίτερα προβλήματα στην ανάπτυξη τους.

    Καταπολέμηση: Αυτός ο επιβλαβής μύκητας είναι δυνατό να καταπολεμηθεί με την απομάκρυνση και την καταστροφή των ξενιστών του με την καύση ή σε ειδικούς κλιβάνους.

    Προσβολή του μύκητα Phellinus pini σε τραχεία πεύκη

    Β) Σήψη του ριζικού συστήματος των κωνοφόρων

    Heterobasidion annosum
    Κλάση: Agaricomycetes,
    Τάξη: Russulales,
    Oικογένεια: Bondarzewiaceae,
    Kοινή Oνομασία: Nίσκια, Ξυλοσηπτικός μύκητας του εγκάρδιου ξύλου.

    Γεωγραφική Εξάπλωση: Ο μύκητας Heterobasidion annosum ενδημεί κυρίως σε περιοχές όπου υπάρχουν δάση κωνοφόρων και πολύ λιγότερο σε δάση πλατυφύλλων. Περιορίζεται τόσο στην Ευρωπαϊκή και την Ασιατική ήπειρο και επιπρόσθετα έχει εισαχθεί στη Βόρειο και Νότιο Αμερική, στην Κίνα και στην Αυστραλία. Στην Κύπρο έχει εντοπιστεί το 2005.

    Ξενιστές: Ο ξενιστής του μύκητα Heterobasidion annosum στην Κύπρο είναι κυρίως η μαύρη πεύκη και ενδεχομένως να προσβάλλει και κάποια πλατύφυλλα είδη.

    Βιο - Oικολογία: Ο μύκητας Heterobasidion annosum είναι πολυετής μύκητας και στην Κύπρο έχει εντοπιστεί πρώτη φορά σε πρέμνα μαύρης πεύκης το 2005. Αναπτύσσεται σε υγρές θέσεις και προσβάλει τους ξενιστές του από σημεία που έχουν προκληθεί πληγές από φυσικούς ή από ανθρωπογενείς παράγοντες. Με την πάροδο του χρόνου αναπτύσσει εσωτερικά στον κορμό μεταξύ φλοιού και ξύλου χαρακτηριστικό μυκήλιο και αργότερα στον κορμό ή στα χοντρά κλαδιά πολυετές χαρακτηριστικό καρπόσωμα.

    Επιπτώσεις: Η ασθένεια που προκαλείται από το μύκητα Heterobasidion annosum προκαλεί κυρίως σήψη του ριζικού συστήματος και θεωρείται πολύ καταστρεπτικός για κωνοφόρα, ενώ οι ζημιές που προκαλεί στα πλατύφυλλα είναι αμελητέες. Για αυτό το λόγο θεωρείται ότι είναι ασθένεια των κωνοφόρων. Επιπρόσθετα, έχει την ιδιότητα να αυξάνει πολύ γρήγορα το μολυσματικό δυναμικό της σε διαχειριζόμενα δάση όπως εκτελούνται υλοτομίες ή δασοκομικά μέτρα. Προσβάλλει ακόμα και νεαρές συστάδες και σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα προκαλεί νεκρώσεις των ξενιστών του. Με την πάροδο του χρόνου αναπτύσσει χαμηλά στον κορμό πολυετές χαρακτηριστικό καρπόσωμα.

    Καταπολέμηση: Αυτός ο επιβλαβής μύκητας είναι δυνατό να καταπολεμηθεί με την απομάκρυνση και την καταστροφή των ξενιστών του με την καύση ή σε ειδικούς κλιβάνους ή επίσης δύναται να περιοριστεί με την μείωση η οριστική παύση των υλοτομιών σε διαχειριζόμενα δάση.

    Προσβολή του μύκητα Heterobasidion annosum σε μαύρη πεύκη




    Έρευνα Ικανοποίησης Χρηστών

    Φόρμα Υποβολής Παραπόνων