Έμβλημα Κυπριακής Δημοκρατίας
Τμήμα Δασών

Πανίδα

Πανίδα

Με τον όρο πανίδα εννοούμε το σύνολο των ζωικών οργανισμών δηλαδή τα ερπετά, τα αμφίβια, τα θηλαστικά, τα πουλιά, τα έντομα, τα ψάρια και διάφορους άλλους μικροοργανισμούς.

Ο φυσικός πλούτος του νησιού μας, η πανίδα και η χλωρίδα, είναι το αποτέλεσμα της εξέλιξης των ειδών μέσα στο χρόνο, κάτω από την επίδραση των ιδιαίτερων κλιματεδαφικών συνθηκών, της γειτνίασης με τρεις ηπείρους (Ευρώπη, Ασία, Αφρική), της μακρόχρονης απομόνωσης του ως νησί και της επίδρασης του ανθρώπου.

H ποικιλία των τοπίων με τα ιδιαίτερα μικροκλιματικά και τοπογραφικά χαρακτηριστικά, την ποικιλία εδαφικών και γεωλογικών υποστρωμάτων και την ποικιλότητα της βλάστησης, δασικής και γεωργικής στον τόπο μας συμβάλλουν στη δημιουργία μιας θαυμαστής ποικιλίας βιοτόπων που ικανοποιούν τις απαιτήσεις πολυάριθμων ειδών του ζωικού κόσμου.

Μέχρι σήμερα στον κυπριακό χώρο έχουν καταγραφεί 33 είδη θηλαστικών (συμπεριλαμβάνονται τα 3 δελφίνια), 25 είδη αμφιβίων και ερπετών, 405 είδη πουλιών, 250 είδη ψαριών και 6000 περίπου είδη εντόμων, όπως φαίνεται στον πιο κάτω πίνακα:

Κατηγορία
Είδη
Αριθμός ειδών
Σύνολο
Αγρινό
1
Αλεπού
1
Λαγός
1
Θηλαστικά
Σκαντζόχοιρος
1
Ποντικοί
6
33
Νυχτερίδες
19
Δελφίνια
3
Φώκια
1
Πουλιά
Μόνιμα/μεταναστευτικά
405
Φίδια
8
Ερπετά
Σαύρες
11
22
Χελώνες
3
Αμφίβια
Βάτραχοι
3
3
Ψάρια
Ψάρια
250
250
Έντομα
Πεταλούδες
52
Περίπου 6000


Θηλαστικά
Από ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών συμπεραίνεται ότι στην αρχαιότητα ζούσαν στην Κύπρο διάφορα είδη θηλαστικών όπως οι ελέφαντες και ιπποπόταμοι. Τα είδη αυτά, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών τροφής και νερού αλλά και της έλλειψης εχθρών, με το πέρασμα του χρόνου εξελίχθηκαν σε πυγμαία / νάνους και προσαρμόστηκαν έτσι στο ειδικό περιβάλλον του νησιού. Με τον πρώτο εποικισμό της Κύπρου από τον άνθρωπο, πριν από 10 χιλιάδες χρόνια περίπου, εξαφανίστηκαν προφανώς λόγω του έντονου κυνηγίου που σε συνδυασμό με την περιορισμένη έκταση του νησιού έθετε αυτά τα ζώα σε πολύ μειονεκτική θέση. Απολιθώματα πυγμαίων ελεφάντων και ιπποποτάμων βρέθηκαν σε παράκτιες σπηλιές στο Ακρωτήρι και στην Αγία Νάπα αλλά και σε πολλές άλλες παράκτιες σπηλιές και βραχοσκεπές.

Κατά τη διάρκεια της Νεολιθικής και Χαλκολιθικής εποχής εμφανίζονται στο νησί νέα είδη θηλαστικών όπως το ελάφι της Μεσοποταμίας (Dama dama mesopotamica), το ευρωπαϊκό ελάφι (Dama dama), το κοινό ελάφι (Cervus elaphus), το κουνάβι (Mustela nivalis), ο αγριόγατος (Felis silvestris), η αλεπού (Vulpes vulpes), το αγρινό (Ovis gmelini ophion), ο λαγός (Lepus europaeus) και διάφορα είδη τρωκτικών.
Μερικά από αυτά μεταφέρθηκαν από τον πρωτόγονο άνθρωπο ως οικόσιτα. Πολλά από αυτά ξέφυγαν και έζησαν σε άγρια κατάσταση, αλλά φαίνεται ότι τελικά κυνηγήθηκαν και εξαφανίστηκαν και μόνο ελάχιστα κατόρθωσαν να επιβιώσουν και να διατηρηθούν μέχρι σήμερα.

Το ελάφι (Dama dama mesopotamicα), οστά του οποίου έχουν βρεθεί σε διάφορες περιοχές, φαίνεται ότι εξαφανίστηκε σχετικά πρόσφατα πριν από 400 περίπου χρόνια μάλλον λόγω εντατικού κυνηγίου.

Το αγρινό (Ovis gmelini ophion) είδος αγριοπροβάτου μοναδικό σε ολόκληρο τον κόσμο, είναι το μεγαλύτερο χερσαίο άγριο θηλαστικό που υπάρχει σήμερα στην Κύπρο. Είναι το στολίδι και το καμάρι των κυπριακών δασών. Πιστεύεται ότι ήρθε στην Κύπρο γύρω στο 8000 π.Χ. και ίσως το έφεραν μαζί τους άνθρωποι που ήρθαν να κατοικήσουν στο νησί. Παλαιότερα αφθονούσε σε ολόκληρη την οροσειρά του Τροόδους αλλά και στον Πενταδάκτυλο. Λόγω του εντατικού κυνηγίου ο πληθυσμός του στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 μειώθηκε σε δραματικά επίπεδα με πολύ λίγα ζώα να έχουν απομείνει στο δάσος Πάφου. Μπροστά στο μεγάλο κίνδυνο αφανισμού του, ολόκληρο το Κρατικό Δάσος Πάφου κηρύχθηκε τότε σε απαγορευμένη περιοχή για το κυνήγι.

Η αλεπού (Vulpes vulpes), είναι το μόνο σαρκοφάγο θηλαστικό στην Κύπρο. Παρόλο που σήμερα μετά από επιστημονικές μελέτες έχει αποδειχτεί ότι έχει ένα ωφέλιμο ρόλο στα φυσικά οικοσυστήματα , στο τόπο μας εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται με μεγάλη προκατάληψη.

Ο λαγός (Lepus europaeus), είναι το κύριο αλλά και μεγαλύτερο θηραματικό είδος. Ζει σε όλους του τύπους βιοτόπων σε ικανοποιητικούς αριθμούς, παρά την ισχυρή πίεση που δέχεται από το εντατικό κυνήγι.

Ο σκαντζόχοιρος (Hemiechinus auritus dorotheae) ενδημικό υποείδος, ζώο ντροπαλό με κρυπτική συμπεριφορά, πληρώνει κάθε χρόνο βαρύ φόρο αίματος στην άσφαλτο κυρίως την άνοιξη και το καλοκαίρι. Κοινό στις χαμηλές περιοχές ενώ ο πληθυσμός του μειώνεται με την αύξηση του υψομέτρου.

Οι νυχτερίδες, ένα αξιόλογο στοιχείο της κυπριακής πανίδας, είναι μία από τις πιο αξιοπερίεργες κατηγορίες θηλαστικών. Περιλαμβάνει 19 διαφορετικά είδη (το ένα ανήκει στα μεγαχειρόπτερα και τα 18 στα μικροχειρόπτερα). Ο ιδιόρρυθμος τρόπος ζωής και η παράξενη μορφή τους, οι προκαταλήψεις και οι δεισιδαιμονίες, οδήγησαν τον άνθρωπο στην αδιαφορία για τα είδη αυτά και μη γνωρίζοντας μάλιστα αρκετά πράγματα για τη βιολογία, τις συνήθειες τους και το σημαντικότατο ρόλο που διαδραματίζουν στην ισορροπία των οικοσυστημάτων και κατ' επέκταση της ίδιας της φύσης, τις κυνήγησε ανελέητα. Οι νυχτερίδες τρέφονται κυρίως με έντομα, εκτός από το νυχτοπάππαρο (Rousettus aegyptiacus) που είναι φρουτοφάγος.

Πουλιά
Η γεωγραφική θέση της Κύπρου την καθιστά ως ένα από τους πιο σημαντικούς μεταναστευτικούς διαδρόμους και διεθνείς οργανισμοί με αντικείμενο την πτηνοπανίδα την τοποθετούν μεταξύ των σπουδαιότερων περιοχών από άποψη βιολογικής ποικιλότητας για τα πουλιά σ’ ολόκληρο τον κόσμο και μοναδική περιοχή στην Ευρώπη με ενδημικά πουλιά.

Τα πουλιά που έxουν καταγραφεί μέχρι σήμερα στην Κύπρο ανέρχονται σε 405 είδη. Από αυτά 53 είναι μόνιμοι κάτοικοι και τα υπόλοιπα αποδημητικά. Από τα αποδημητικά τα περισσότερα είναι τακτικοί επισκέπτες ενώ αρκετά είναι σπάνιοι ή πολύ σπάνιοι επισκέπτες. Ο αριθμός των επισκεπτών και κυρίως των χειμερινών, ποικίλει από χρόνο σε χρόνο και εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες στη Βόρεια και Ανατολική Ευρώπη αλλά και τις βροχοπτώσεις στην Κύπρο.

Έξι από τα πουλιά που κατοικούν μόνιμα στην Κύπρο θεωρούνται ενδημικά (3 είδη και 3 υποείδη ) και είναι:
Τρυποράσιης (Sylvia melanothorax)
Σκαλιφούρτα (Oenanthe cypriaca)
Θουπί (Otus cyprius)
Δενδροβάτης (Certhia brachydactyla dorotheae)
Κίσσα (Garrulus glandarius glaszneri)
Πεμπέτσος (Periparus ater cypriotes)

Η μετανάστευση αποτελεί μια στρατηγική επιβίωσης των ειδών και ένα εντυπωσιακό φαινόμενο που επαναλαμβάνεται την ίδια περίπου περίοδο, Τις μέρες με έντονη μεταναστευτική δραστηριότητα οι καιρικές συνθήκες τόσο την άνοιξη όσο και το φθινόπωρο χαρακτηρίζονται από ήπιους ανέμους, άριστη ορατότητα και ελάχιστη συννεφιά πράγμα που βοηθά τα πουλιά κατά τη διάρκεια της μετανάστευσής τους από την Ευρώπη προς την καρδιά της Αφρικανικής Ηπείρου και αντίστροφα.

Ερπετά και Αμφίβια
Έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα 22 είδη ερπετών και 3 είδη αμφιβίων τα οποία στολίζουν τους κυπριακούς βιοτόπους το καθένα με την δική του παρουσία και χάρη.

Στα ερπετά περιλαμβάνονται 3 είδη χελώνας, 8 είδη σαύρας από τα οποία 4 είναι ενδημικά υποείδη και 8 είδη φιδιών μεταξύ των οποίων ένα ενδημικό είδος και 2 υποείδη. Από τα οκτώ είδη φιδιών 3 είναι δηλητηριώδη αλλά μόνο το ένα επικίνδυνο για τον άνθρωπο.

Στα αμφίβια περιλαμβάνονται 3 είδη βατράχων. Ο δενδρόβιος βάτραχος (Hyla savignyi), ο λεβαντοβάτραχος ή βαλτόβιος βάτραχος (Pelophylax bedriagae), και ο πρασινόφρυνος ή βάτραχος ο ιριδίζων (Bufotes viridis).

Στις χελώνες περιλαμβάνονται 2 είδη θαλάσσιας χελώνας, η πράσινη (Chelonia mydas) και η κοινή (Caretta caretta), που επισκέπτονται τις αμμώδεις παραλίες του νησιού για να γεννήσουν τα αυγά τους. Το τρίτο είδος χελώνας είναι η χελώνα του γλυκού νερού (Mauremis rivulata ) που με την αποξήρανση των υγροτόπων και το μπάζωμα των ποταμών κινδυνεύει με αφανισμό. Ζει σε ρέματα με μικρή ταχύτητα νερού πλούσια σε υδροχαρή βλάστηση, κυρίως σε περιοχές εντός και γύρω από τη Λευκωσία και την Πόλη Χρυσοχούς.

Αναμφισβήτητα η πιο επιβλητική και σπάνια σαύρα είναι o χαρτζιάς ή βυζάστρα (Eumeces schreideri), ταχυκίνητο πλάσμα με μήκος γύρω στα 30-40 cm.


Ο κουρκουτάς (Stellagama stellio cypriaca) πολύ κοινό είδος, δεν είναι δυνατό να μείνει απαρατήρητος. Είναι άριστος δρομέας και καλά προσαρμοσμένος στα περισσότερα περιβάλλοντα. Όταν δεν τρέχει, παραμένει με τεντωμένο το κεφάλι ψηλά και το πρόσθιο μέρος του κορμιού του σηκωμένο στα μπροστινά πόδια.

Το ενδημικό κυπριακό φίδι (Hierophis cypriensis) απαντά κυρίως στο δάσος Πάφου καθώς και στα δάση Τροόδους, Λεμεσού και Μαχαιρά. Έχει μακρύ και λεπτό σώμα, μήκους γύρω στα 75 cm. Το φίδι αυτό δεν έχει δηλητήριο και τρέφεται κυρίως με σαύρες. Προτιμά σκιερά υγρά μέρη κυρίως κοντά σε ποταμούς και ρεματιές.

Ο περβολάρης ή θερκό (Dolichophis jugularis) μη δηλητηριώδες φίδι, έχει χρώμα μαύρο και είναι το πιο κοινό. Γνωστό και αγαπητό στον περισσότερο κόσμο μπορεί να ζει ακόμη και στο κήπο μας καθαρίζοντας τον από τρωκτικά που αποτελούν την κύρια τροφή του.

Η έχιδνα (Macrovipera lebetina), έχει συχνή παρουσία στους διάφορους βιότοπους. Παρόλο που διαθέτει ισχυρό δηλητήριο δεν επιτίθεται αν δεν ενοχληθεί. Η ιδιότητα της αυτή την έχει καταστήσει ένα παρεξηγημένο είδος φιδιού και καταδιώκεται από τον άνθρωπο με μανία όπου και όποτε βρεθεί, τις περισσότερες φορές άδικα.

Ο ξυλόδροπης (Telescopus fallax) είναι σχετικά σπάνιο ερπετό για την Κύπρο, ενώ το νερόφιδο (Natrix natrix cypriaca) αποτελεί το πιο σπάνιο φίδι του τόπου μας που μέχρι το 1992 (οπότε και εντοπίστηκε έπειτα από 30 χρόνια) θεωρείτο εξαφανισμένο. Βάσει των καταγραφών που υπάρχουν ζει σήμερα μόνο σε 2 περιοχές του νησιού μας.

Έντομα
Σε ότι αφορά τη μελέτη του πλούσιου κόσμου των εντόμων της Κυπριακής υπαίθρου έχει δοθεί έμφαση σε είδη οικονομικής σημασίας για τη γεωργία, τη δασοπονία, τον άνθρωπο και τα κατοικίδια ζώα. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες ο αριθμός των εντόμων υπολογίζεται σε 6000 είδη.
Εξέχουσα θέση κατέχουν οι "βασίλισσες" όλων των εντόμων, οι πεταλούδες που ανήκουν στην τάξη των λεπιδοπτέρων. Ιδιαίτερα αγαπητές, σύμβολα ζωής και ομορφιάς, συνυφασμένες με την άνοιξη και τα πολύχρωμα λουλούδια προκαλούν το ενδιαφέρον των μελετητών. Υπάρχουν 52 είδη πεταλούδων στο τόπο μας από τα οποία 9 είναι ενδημικά.

Η Ανάγκη Προστασίας της Πανίδας μας

Κάθε είδος πανίδας είναι προσαρμοσμένο να ζει σε μια συγκεκριμένη θέση μέσα στη φύση και δύσκολα επιβιώνει αν εκδιωχθεί από το φυσικό του βιότοπο. Έχοντας το καθένα τη θέση του, πολλά διαφορετικά είδη, μικρά και μεγάλα, θηρευτές και θηράματα, αδύναμα και δυνατά, μπορούν να ζουν το ένα δίπλα στο άλλο να μοιράζονται τους φυσικούς πόρους, να ανταγωνίζονται, να αλληλοβοηθούνται ή και να συμβιούν, διατηρώντας έτσι μια ισορροπία. Η οργάνωση αυτή επιτρέπει στις αλεπούδες, τους λαγούς, τα φίδια, τα πουλιά και τα έντομα να κατοικούν στον ίδιο βιότοπο με αρμονία. Κάποια ζώα τρώγονται βέβαια από κάποια άλλα, αλλά οι πληθυσμοί τους παραμένουν ικανοί να διατηρήσουν το κάθε είδος. Στη φύση η θανάτωση ενός είδους από ένα άλλο αποτελεί μια φυσική διεργασία που ωφελεί τόσο τον θηρευτή όσο και το θήραμα. Όσο παράξενο και αν ακούγεται, οι θηρευτές βοηθούν τα θηράματα να επιβιώσουν αφού εξυγιαίνουνε του πληθυσμούς αυτών και προστατεύουν τους βιοτόπους τους από τις συνέπειες του υπερπληθυσμού.

Πολλά είδη της πανίδας μας είναι σπάνια και απειλούνται με εξαφάνιση, όπως ο γύπας, ο δενροβάτης, το νερόφιδο, οι χελώνες κ.ά. γι’ αυτό και προστατεύονται από την κυπριακή νομοθεσία αλλά και από ευρωπαϊκές οδηγίες και από διεθνής συμβάσεις ενώ οι αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους παίρνουν τα κατάλληλα μέτρα για σωστή διαχείριση και προστασία τους.

Πρέπει όμως να τονιστεί με έμφαση ότι αν δεν υπάρχει η συμβολή όλων μας, κάθε προσπάθεια προστασίας είναι δύσκολο να πετύχει. Η φυσική και οικονομική επιβίωση του ανθρώπινου είδους, που σε τελική ανάλυση είναι είδος πανίδας και συνδαιτημόνας στο ίδιο τραπέζι των αποθεμάτων ενέργειας ενός τόπου μαζί με άλλα ζώα, εξαρτάται με πολλούς άμεσους και έμμεσους τρόπους από τη διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας κύριο συστατικό της οποίας είναι και η πανίδα. Η συμβολή μας θα είναι πιο συνειδητή και ουσιαστική εφόσον μάθουμε να μελετούμε και να εκτιμούμε τις λειτουργίες και αλληλεπιδράσεις των ειδών μέσα στο οικοσύστημα.



Έρευνα Ικανοποίησης Χρηστών

Φόρμα Υποβολής Παραπόνων